Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Ιούνιος, 2016

ΕΝΑ ΒΗΜΑ ΠΙΟ ΜΠΡΟΣΤΑ…

Σ’ ορισμένους φίλους μου θαυμάζω πραγματικά την καθαρή σκέψη τους.  Την ωραία έκφρασή τους. - Η ποιότητα του λόγου έχει τεράστια σημασία -. Σε όποιους διακρίνω φλέβα λογοτέχνη, τους παροτρύνω να γράψουν κιόλας το ποίημα, το διήγημα, το σκίτσο, το πορτραίτο τους. Πάνω στον ενθουσιασμό υπόσχονται ότι θα το κάνουν,  θα μου το φέρουν κιόλας να το δω, αλλά συνήθως η βαρεμάρα υπερτερεί… Κι όταν αποφασίζει κανείς να γράψει, η ιδέα και μόνο ότι βρίσκεται μπροστά σε χαρτί, σε υπολογιστή, σε ευθύνη, τον αγχώνει… Αυτό μου συμβαίνει κι εμένα. Όχι όμως σε γραπτό λόγο, στον προφορικό.  Στην εκφώνηση. Προσπαθώ, μέρες τώρα με το λογογράφο - ειδικό πρόγραμμα - να γράψω τις σκέψεις μου, τις απόψεις μου  μέσω εκφώνησης σε κείμενο στο  word - μεγάλη διευκόλυνση μας προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία - αλλά δεν τα καταφέρνω… Μπροστά στον υπολογιστή, σε μικρόφωνο, έχω τρακ. Τα χάνω. Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ, να συντονιστώ... Μου μοιάζει σαν να ‘μαι ε

«ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ ΤΑ ΚΑΜΩΜΑΤΑ, ΤΑ ΒΛΕΠΕΙ Η ΜΕΡΑ ΚΑΙ ΓΕΛΑ!»

(Κείμενο δημόσιας συγνώμης) Όταν σου πέφτει απανωτή δουλειά, κυρίως τώρα σε περίοδο κρίσης κι ανασφάλειας  - δεν ξέρεις τι μέρα ξημερώνει -, για ν’ αποδόσεις, να προλάβεις, ξενυχτάς. Κάπου, όμως, σου διαφεύγουν λάθη. «Είναι» μέσα στο πρόγραμμα κι αυτά… …Κι έρχεται βολίδα, καπάκι η παρατήρηση απ’ τον αξιότιμο, αξιοσέβαστο πελάτη  - δεν τον παρεξηγώ, πάντα δίκιο έχει αυτός: «Καλέ μου φίλε, είσαι κουρασμένος ή μου φαίνεται;! - χαχαχα». Εσύ «γελάς», αλλά εγώ αναλογίζομαι τις ευθύνες μου. Βολιδοσκοπώ τον εαυτού μου, του τραβάω τ’ αυτί, τον στήνω απέναντι και του λέω με ύφος αυστηρό:   «Προσοχή όταν ξημερώνεις πάνω στον κρυφό κασμά, στ’ αλέτρι!» (Όπως συγκρίνει τελευταία η μάνα μου τη δουλειά μου με τα γράμματα…) Αυτός (εγώ) τσιμουδιά. Δεν βγάζει λαλιά. Κι έρχεται και κάθεται σταυροπόδι στο νου μου αμέσως το ρητό: «Της νύχτας τα καμώματα, τα βλέπει η μέρα και γελά!». Γελάω - δυστυχώς - κι εγώ με τον απρόσεκτο εαυτό μου…!!!

«ΜΠΟΡΟΥΣΑ ΝΑ ΓΙΝΩ ΕΓΩ ΒΟΥΛΕΥΤΙΝΑ...»

Έχει αρκετό χιούμορ η Λόπη Δεληγιώργη (Σαμαρά). Σου τα λέει όμορφα. Σταράτα. Έχει μεστωμένη κουβέντα. Καθώς την ακούς, σου λύνεται από τα γέλια ο αφαλός: «Τι ήταν η Βίτα του Τσιούρη - μπροστά σε μένα - που έγινε βουλευτίνα εκείνη την εποχή;! Μπορούσα να γίνω εγώ. Δεν μου έλειπε τίποτα. Μάλιστα είχα περίσσια προσόντα, όχι λειψά! Ολόκληρη "προίκα" είχα... Οδηγούσα και τρακτέρ... Αλλά αυτή έπιασε το "μολύβι" ... Μία θα το έπιανε απ' όλη την περιοχή. Έτσι ήταν κανονισμένο. (Το κόμμα είχε πρόγραμμα, γραμμή). Κι ήταν η Βίτα η τυχερή…! Δεν σας είπα, όμως, την αιτία, το «μυστικό»... Γιατί εμένα δεν θα μ' έκανε ποτέ βουλευτίνα το καθεστώς. Επειδή μου είχε λιποταχτήσει ο αδελφός ... Κι είχα χαλασμένη βιογραφία … !!!». (Πλάι της οι εικονιζόμενοι: Ο Γιάννης Πασσιάς, ο Σπύρος Μπόμπολης και ο Βασίλης Λίλλης (Καραλής). Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 25/06/2016

ΤΟ ΠΑΛΙΟΣΕΝΤΟΥΚΟ

Ένα σεντούκι, που πήρε δρόμο μακρύ, διέσχισε θάλασσες και ωκεανούς κι έφτασε πριν από έναν περίπου αιώνα στο σπίτι μου...  κι ας πάλιωσε πολύ, δεν πετιέται εύκολα. Κουβάλησε σ’ αυτό ο παππούς μου σε δύσκολους καιρούς από την Αμερική, από την  Αυστραλία, από την Πόλη, δύο προίκες. Της μάνας μου και της αδελφής της, που έφυγε νωρίς απ' τη ζωή:  Κουβέρτες, παπλώματα, σεντόνια, κατιφέ για γελέκια, υποδήματα… Αρκετά χρόνια οι μάνα που πάνω σ' αυτό έβαζε το γιούκι της.  Έβγαλα σήμερα το σεντούκι έξω στη βεράντα του σπιτιού μου και σκέφτομαι βαθιά πώς να του περάσω χρώμα και βερνίκι. Πώς να του κάνω προσεκτική συντήρηση. Μετά να το βάλω σε σημείο του σπιτιού που μπορεί να «μιλάει» σε μας τους οικίους, αλλά και σε κάθε επισκέπτη. Πάνω του βλέπω την κούραση, το μόχθο του μετανάστη παππού μου. Και σκέφτομαι τη δική μου σημερινή μετανάστευση. Τις βαλίτσες που κουβαλάω μια ζωή πέρα - δώθε σαν χαμάλης... Κοιτώ κατάματα την ιστορία που επαναλαμ

ΛΑΧΤΑΡΟΥΣΕ ΤΗΝ ΠΡΟΟΔΟ ΜΑΣ…

(Σκιτσογράφημα) Από την πρώτη Δημοτικού - εδώ και 50 χρόνια τώρα - κουβαλάω στη ράχη της μνήμης μου τον πρώτο δάσκαλό μου, σπουδασμένο στη Βοστίνα. Θυμάμαι όμορφα, με πολλή αγάπη, τον Βασίλη ΜΑΝΟ!     Στο ξεκίνημα, στα πρώτα σχολικά βήματα η τεράστια τάξη στου Σταμούλη, δεν μας χώραγε. Ήμασταν πολλοί μαθητές, ξεπερνούσαμε τους τριάντα.  Καθόμασταν στριμωχτά σε θρανία και σε μιντέρια. Μ’ όσους κλωτσούσαν τα γράμματα, σπαταλούσαν άσκοπα το χρόνο, τεμπέλιαζαν, νυχτο - ξημέρωναν στο γήπεδο… ο δάσκαλος ακολουθούσε άλλη ταχτική. Τους κρατούσε τ’ απόγευμα - σε συμφωνία με τους γονείς τους - να μελετήσουν στην τάξη. Τους έβγαζε για το σπίτι όταν γύριζαν τα γίδια από το βουνό. Αργά τη νύχτα... όταν μας έβλεπε να παίζουμε κρυφτό, είτε κυνηγητό μέσα στα πόδια των μεγάλων, που σύχναζαν στο κέντρο του χωριού, την επόμενη μόλις έμπαινε στην τάξη, έλεγε: -Τα κοκόνια της πιάτσας να σηκωθούν στο πόδι! Σηκωνόμασταν όρθιοι κάπου η μισή τάξη. Μας τραβούσε  μ

ΤΕΤΟΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ ΝΑ ΜΑΣ ΛΕΙΠΟΝΤΑΙ!

(Δεν είναι ένας και δυό, είναι όλο το χωριό, γι' αυτό και το κάνω θέμα) Άσχετοι με τ’ αντικείμενο... -το ξαναλέω:  γράφουν τώρα κι όσοι  δεν διάβασαν ποτέ στη ζωή τους - καθώς μαθαίνουν ότι συντάσσεις, επιμελείσαι, σελιδοποιείς και προωθείς βιβλία για έκδοση σε τυπογραφείο, έρχονται σε βρίσκουν και σου παρουσιάζουν ανορθόγραφα, ασύντακτα κείμενα… Γραμμένα στο γόνατο. Σε παρακαλούν, σου γίνονται ροκάνι, ώστε μ’ αυτά τα πίτουρα να τους φτιάξεις βιβλίο. Κοπιάζεις πολύ πάνω στις ασυναρτησίες τους, κουράζεις τζάμπα τον εγκέφαλο, προσπαθείς να βάλεις τάξη εκεί που δεν βάζεται… Με χίλιους δυο τρόπους φέρνεις, το δήθεν λογοτεχνικό, ιστορικό, επιστημονικό υλικό, σε δημοσιεύσιμο επίπεδο, σε ικανοποιητική κατάσταση, μορφή… Ώστε να είναι κάπως διαβάσιμο από τ' αναγνωστικό κοινό. (Παράλληλα με αναπτερώνουν, τα πολλά θετικά παραδείγματα. Μου προσφέρουν χαρά με την πένα τους, με το ποιοτικό περιεχόμενο οι καλοί δημιουργοί). Το περίεργο είναι ότι:

ΣΤΟΥ ΠΑΠΑ ΤΟ ΣΠΙΤΙ…

  Ήταν και πριν αρχοντικό… Διώροφο, εμφανίσιμο, λειτουργικό.   Με λιθόκτιστη ψηλή σκάλα, με πλακόστρωτη αυλή, με στέρνα… Με αρκετούς βοηθητικούς χώρους πλάι, πίσω, μπροστά του. Ο παπά Ντάκος, φημισμένος λιθοπελεκητής, το είχε κεντήσει με περίσσιο μεράκι. (Σφυρί έδωσε και στους τέσσερις γιους του, για να βγάλουν μεροκάμματο, αλλά να φτιάξουν και το σπίτι τους...) Οι συγχωριανοί, εκείνο τον καιρό, επιθυμούσαν να συμπεθεριάσουν με την οικογένεια αυτή. Να μπουν στου παπά το σπίτι. Με τις κοσμογονικές αλλαγές του ’90, καθώς έπαιρνε άλλη μορφή σχεδόν όλο το χωριό, έγινε κι αυτό καλύτερο. Έπιανε λεφτά ο Μάχος κι έριχνε… Καλλώπισε το παλιό σπίτι, το επέκτεινε, το ύψωσε. Το πολλαπλασίασε. -Σκάλισε με υπομονή την πέτρα - σαν να ‘ταν ξύλο - της έδωσε μορφή σαν με δάλτα γλύπτη και την τοποθέτησε  παντού-. Του έκανε ριζική αλλαγή, δεν βρίσκεις σημάδι από το παλιό, του άλλαξε κυριολεκτικά τα φώτα. Του παπά το σπίτι είναι πλέον στολίδι. Στ

«ΤΟΝ ΑΡΑΠΗ ΚΙ ΑΝ ΤΟΝ ΠΛΕΝΕΙΣ, ΤΟ ΣΑΠΟΥΝΙ ΣΟΥ ΧΑΛΑΣ»

(Ανατολίτικη νοοτροπία σύγχρονων πολιτικών) Ούτε καφέ δεν μπορούν να πιουν μαζί οι πολιτικοί μας, όχι και να καθίσουν  να βρουν κοινή  λύση για ζωτικά ζητήματα. (Δυστυχώς έμεινε κενό το τραπέζι της συνεργασίας…) Δεν προέβλεπα, όμως, την μη ανταπόκριση στην πρόσκληση του καφέ  του Προέδρου της Ομόνοιας,  Λεωνίδα Παππά. (Στη συνάντηση, με ημερησία διάταξη: «Προς τα πού οδηγείται ο τόπος μας και πώς θέλουμε να λειτουργήσει η Εθνική μας Οργάνωση» - εγώ θα ήμουν απλά συντονιστής , ο Λεωνίδας ως βασικός παράγων, θα ήταν ο κεντρικός ομιλητής). Η απουσία του δεν μπορεί με τίποτε να δικαιολογηθεί. Την ενότητα, την Ομόνοια ομπρέλα του εαυτού της δεν επιθυμεί;!   Ο Βαγγέλης Ντούλες θεωρεί κρίσιμο το ζήτημα, αλλά έλειψε, λόγω προ πολλού ανειλημμένων υποχρεώσεων. Ο  Χρηστάκης Κίτσιος, Πρόεδρος  του ΜΕΓΚΑ - μισού ΚΕΑΔ, λέει το «ναι», αφού ούτε χάνει ούτε κερδίζει τίποτε… Ο Αναστάσης Αγγέλης, μετά  από τη συνάντηση κορυφής στην Αμερική, δεν μπορεί να πιει καφέ σε

ΜΥΡΩΔΙΑ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟΥ

Ο παλιός τυπογράφος και καλός μου φίλος, Κώστας ΛΑΓΙΟΣ, ήθελε να θυμηθεί τα παλιά.  Να ταξιδέψει στο παρελθόν του... Να φέρει στο νου του, έστω για λίγο, τα 40 χρόνια εργασίας του. Να βγάλει τον πόνο του. Αυτός ήταν ο λόγος της σημερινής επίσκεψής του στο τυπογραφείο «ARGJIRO”, που προτρέχει, στέκει στην κορυφή...  Τον ξενάγησα με προθυμία και μεγάλο σεβασμό σ’ όλους τους χώρους παραγωγής… Στο χώρο εκτυπώσεων, καθώς ήρθε σ’ επαφή με την έντονη μυρωδιά από χρώμα και διαλυτικό, γέμισε η ψυχή του με τυπογραφείο.  Βλέποντας τα σύγχρονα μηχανήματα - δεν έχει καμιά σχέση το νέο με το παλιό τυπογραφείο που σε πότιζε δηλητήριο - αντιμόνιο και λοιπά - ο Κώστας αναπόλησε...  Αλλά και νοστάλγησε... Θυμήθηκε την κάσα, απ’ την οποία έπαιρνε τα πεζά, τα κεφαλαία γράμματα - μαύρα, ημίμαυρα, λευκά - τα σύμφωνα, τα φωνήεντα, τα σημεία στίξεως, τα διαστήματα, τους αριθμούς... ...και τα αράδιαζε με υπομονή. Ετοίμαζε μ' αυτά το πλαίσιο για την εκτύπωση τ