Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2015

ΜΕ ΤΟ ΜΙΓΚΟ ΣΕ ΓΥΡΟΒΟΛΙΑ…

Υπήρχαν μερικά πέτρινα αλώνια στα Σωφράτικα, αλλά τ’ αλώνισμα του σταριού γινόταν συνήθως στον κάμπο. Σε καλά ισοπεδωμένο, στέρεο μέρος χωραφιών. Που το ‘πιανε ο βοριάς… Για να γινόταν εύκαιρα, άνετα τ’ ανέμισμα της παραγωγής μετά… Απόφευγε έτσι ο ζευγίτης τη μεταφορά των δεματιών από τα σταροχώραφα στ’ αλώνι. Πρωτύτερα ο πατέρας του κι αργότερα ο Θανάσης Μάσσιος - μερακλής υποδηματοποιός - τις μέρες τ’ Αλωνάρη, έπαιρνε την ετήσια άδεια, για να ‘ριχνε κι έβγαζε τ’ αλώνια του χωριού, ακόμα και των γειτονικών χωριών - Δούβιανης και Τεριαχατιού - με τ’ ατίθασο άλογό του. Τον αγορασμένο Μίγκο από τους Γερμανούς κατά την οπισθοχώρησή τους στον Πόλεμο. (Η φωτογραφία είναι τραβηγμένη το ‘53 - ‘54. Πριν ακόμα ιδρυθεί ο συνεταιρισμός κι έλειπαν οι αλωνιστικές μηχανές. Το αλώνι είναι στημένο στα χωράφια του Πίλιου. Εκεί γίνεται, όπως βλέπεται, η γυροβολιά). Έκανε η οικογένεια Μάσσιου με το Μίγκο διάφορες δουλειές: κουβαλούσε ξύλα, ζαηρέ, νερό… ως το

Ο ΦΟΥΣΤΑΝΕΛΑΣ

Ο φορεμένος άνδρας παραδοσιακά: Με την κατάλευκη φουστανέλα, τη διμιτένια σιάρκα, το μάλλινο γελέκι…είναι ο παππούς του Εθνομάρτυρα, Βασίλη Σαχίνη και της Καλλιρρόης Διαμάντη. Λεγόταν Γιώργος Μάσσιος. Μαζί με τ’ αδέλφια του, Γκόλε και  Ζώη, άνοιξαν εκείνη την εποχή στ’ Αργυρόκαστρο μια σειρά από εμπορικά καταστήματα. Κληρονόμησαν ένα απλό μαγαζί από τον πατέρα τους και με τη δουλειά τους τα έκαναν δώδεκα. Περισσότερο τα καταστήματά τους - τα αδέλφια Μάσσιου - τα εφοδίαζαν με υφάσματα από το Νικολαϊδη, τον Καραγιαννόπουλο…, που είχαν έδρα στην Κωνσταντινούπολη. (Επιστολές και εμπορικές αποδείξεις τους, βρίσκουμε ακόμα και σήμερα). Με έμπιστους αγωγιάτες  έκαναν, συνήθως, τις μεταφορές των εμπορευμάτων. Είχαν στη διαχείρισή τους, επίσης, παπουτσίδικο και ραφτική.  Έφτιαχναν με καλοπληρωμένο προσωπικό - τσαγκάρηδες και ραφτάδες - ανθεκτικές πόχες και ποιοτικές σκούφιες για τον κόσμο. Το «κλειδί» της επιχείρησης το κρατούσε ο γραμματισμένος Γιώργος.

MΕΘΗ ΑΠΟ ΜΕΛΩΔΙΑ ΜΠΟΥΖΟΥΚΙΟΥ…

Ένα καλοκαιρινό απόγευμα - τότε μικρός εσύ, στα πρώτα βήματά σου - η γλυκιά μελωδία του μπουζουκιού σου, που ξεχυνόταν στον Κάτω Μαχαλά, με  σταμάτησε στην εξώπορτα του σπιτιού της θείας Έλλης… Έστησα τ’ αφτί και σε απόλαυσα. Και σε ηχογράφησα «παράνομα». Ψες, Παναγιώτη μου, με τον πετυχημένο μουσικό «αυτοσχεδιασμό», που ανάρτησες στο facebook , εμένα προσωπικά με μέθυσες. Με τις νότες σου, την περίσσια ευαισθησία σου... Πρόσεχε, όμως, τι θα σου πω: Είσαι ταλαντούχο παιδί, με προσόντα. Όμως… δεν αρκεί μόνο αυτό. Το ταλέντο ζητά συνεχόμενο αγώνα… Αν προσπαθήσεις…, θα πετύχεις πολλά. Θα κατακτήσεις μουσικές κορυφές…  Με τη μουσική επένδυση - μελοποίηση των στίχων: «Πάνω στ’ αυτοκίνητό σου, κι άλλο γράμμα άφησα.. κράτησέ το για να ξέρεις, πόσο σε αγάπησα. Γράμματα που σου ‘χω γράψει, λόγια που με πνίγουνε, τα παρέδωσα στ’ αμάξι, γιατί δεν μου ανοίγουνε…». …μας λες: «Να που είμαι. Έρχομαι!». «Καλώς να έρθει

ΧΑΛΑΣΕ Η ΠΙΑΤΣΑ !!!

(Κοινωνικό θέμα). Ετοιμάστηκα να βγω έξω να πιω έναν καφέ για να ξεσκάσω… (Να κλείνεσαι σπίτι, να απομονώνεσαι από την κοινωνία...  Να καταντάς σπιτόγατος δεν είναι καλό. Πρέπει να έρχεσαι σε επαφή με τον κόσμο). Είπα να πάρω μαζί μου στη βόλτα και το γείτονα… Του ‘ριξα μια φωνή να βγούμε παρέα… Δεν με συνόδεψε… «Καλύτερα στη μοναξιά μου, στην ησυχία μου, μου λέει. Πάρα στην πιάτσα που χάλασε!». Η πιάτσα του χωριού έχει αλλάξει κυριολεκτικά, ομόρφυνε πολύ… Άρα (κατά τ’ άλλα) βάσει της ερμηνείας του γείτονά μου, που δεν έχει κι άδικο, χαλάσαμε εμείς. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 20/12/2015 

Η ΚΟΥΚΛΑ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΟΛΓΑΣ

  Ας είχε περάσει κάπως η ηλικία της. Η Όλγα του Μπότα (του Σαμαρά) φτιασίδωνε τα μάγουλά της. Περιποιούνταν τα χείλη της. Να φαινόταν καλή. Να έπιανε μάτι ... Σαν η συγχωρεμένη η Βέργω της Σίμος στη Γοραντζή. Με τα μυαλά που κουβαλούσε, έμεινε όλη τη ζωή της «νεαρή». - Πώς είναι η δουλειά με την κούκλα; - ρωτήσαμε στο σπίτι που η Όλγα φύτρωνε  από το πρωί. Η Καλλιρρόη Διαμάντη μας εξιστορεί: -Ήταν ξαδέλφη της μαμάς μου η θεία Όλγα και σχεδόν συνομήλικες. Δεν είχε άλλους στο χωριό. Μόνο εμάς. Αν την έχανες, σπίτι μας θα την έβρισκες… Πουθενά αλλού! Όταν αγόρασαν κούκλα της μαμάς μου στην Κωνσταντινούπολη, αγόρασαν μια και για την Όλγα. Στα χέρια της μαμάς μου η κούκλα δεν έκλεισε μήνα. Η θεία Όλγα την κράτησε ως τα βαθιά γεράματα. Ολοένα ξεγελούσε τις κοπέλες μου. Τους έλεγε: -Άμα θα έρθετε σπίτι μου, θα σας δώσω την κούκλα. Θα δείτε και αγγέλους, κρεμασμένους στο δέντρο. Θα σας φτιάξω και τηγανίτες…!" Έδ

ΤΙΣ «ΜΥΤΕΣ» ΜΕΣΑ…!

Κατασκευάζεται δρόμος - στολίδι στην Καλογοραντζή. Με όλες τις απαιτούμενες προδιαγραφές. Το πεζόδρομο με πλακόστρωση - διατηρεί κάλλιστα την παράδοση. Την είσοδο της Καλογοραντζής - με την κλήση και την αρκετά μεγάλη απόσταση - όταν θα τελειώσει το κοινόχρηστο έργο - σίγουρα θα τη ζηλέψει κάθε χωριό. Κυρίως τη νύχτα ο φωτισμός της διχάλας θα μπερδεύει τους ταξιδιώτες με προορισμό τους Αγίους Σαράντα. (Τώρα ακόμα τους μπερδεύει η είσοδος της Δερβιτσάνης). Όμως... κάπου σε δύο σημεία στενεύει ασφυκτικά, αδιανόητα η ευθεία του πανέμορφου δρόμου. Δύο προεξοχές ιδιωτικών οικοπέδων, δύο μύτες ασχημαίνουν το έργο… Ας υπερισχύσει η κοινή λογική και οι «μύτες» ας συμμαζευτούν.. Ας μπουν μέσα. Για δύο μέτρα γης - κανένας δεν την παίρνει πίσω - δεν χαλάει ο κόσμος… Ο δρόμος, όμως, του μέλλοντος, που ανήκει σε όλους μας, ασφαλώς και χαλάει. (Η φωτογραφία είναι από το αρχείο του Παναγιώτη Σιούκουρα). Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 16/12/2015   

ΜΕΡΑ ΓΙΟΡΤΗΣ…

Φρέσκα σκόρδα, αβγά, τυρί, πανίνα, ψημένο κρέας, μπύρα Κορυτσάς… Όλα από λίγο…  Στρωμένα πάνω σε εφημερίδες. … Μεγάλη, όμως, να το λέμε κι αυτό, η αγάπη μεταξύ μας. Μας κρατούσε η φτώχεια κοντά. Ενωμένους. Ήταν το 1982. Οκτώβριος μήνας, μέρα τριπλής γιορτής στην περιοχή… Πίσω σειρά… Τα οχυρά…!!! Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 07/12/2017

ΚΟΥΡΕΛΙ…

Ενώ είχα ετοιμάσει κείμενο για την ενότητα - το δέσιμο ανάμεσα στους συνανθρώπους μας παλιά - ο Κωνσταντίνος Τσιάτσιαλης χωρίς να ξέρει το σκοπό μου, μου στέλνει (στα μηνύματα στο fb ) με πολύ αγάπη ανάλογη φωτογραφία. Η οποία δείχνει φίλους, συγγενείς, γείτονες, να τρώνε και να πίνουν στρωματσάδα στο χασίλι του Μάσσιου. Αφού έριξαν το ‘73 τη σολέτα στο νεόκτιστο σπίτι του. Μαζί - κείμενο και φωτογραφία - λένε πάρα πολλά… Ότι η φτώχεια δένει περισσότερο και πιο δυνατά τους ανθρώπους. (Παλιά κουβαλούσαν μαζί πέτρα από το λατομείο για οικοδομή, σκάλιζαν, τρυγούσαν τ’ αμπέλια, μάζευαν το καλαμπόκι…) Οι φτωχοί, δεν είχαν τι να μοιράσουν. Ούτε λεφτά, ούτε σπίτια, ούτε οικόπεδα… Τίποτα. Δεν τσακώνονταν… Ήταν αγαπημένοι… Τώρα τα πλούτη έβαλαν φωτιά. Διέσπασαν… Κατατεμάχισαν… Έκαναν τον κόσμο κουρέλι… Μπρος βαθύ και πίσω ρέμα... Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 01/12/2015

Η ΘΕΙΑ ΚΙΤΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΓΙΑΝΝΕΝΑ

(Σκιτσογράφημα) Μικρό μ’ έπαιρνε η γιαγιά μου από το χέρι, ανηφορίζαμε στο "Μεσοχώρι" κι επισκεπτόμασταν το κουκλίστικο σπίτι της θείας Κίτσας - στου Κονόμου. Με λαχανόψωμο, 2 - 3 κομμάτια λιπανή, ένα χέρι νωπά σκορδοκρέμμυδα από τον κήπο, μια πλάκα πρόβειο τυρί από το καρδάρι… Τυλιγμένα όλα αυτά σ’ ένα μποχτσιά… Εκεί άκουγα εξιστορήσεις - μου τραβούσε περισσότερο την προσοχή η πολιτισμένη γλώσσα - για την "Καλούτσιανη", τα "Λιθαρίτσια", τη λίμνη, το Κάστρο … Η θεία πονούσε … Δάκρυζε διακριτικά, όταν γινόταν κουβέντα: Για πόλεμο … Για κλειστούς δρόμους ... Για ζωντοχωρισμό… Μόνον όταν μεγάλωσα κάπως, κατάλαβα ότι η θεία μου η Κίτσα ήταν από τα Γιάννενα. Κι ότι γνωρίστηκε με το θείο Αχιλλέα στη Ζωσιμαία Σχολή. Παντρεύτηκαν κι εγκλωβίστηκαν στο χωριό όταν έκλεισε ερμητικά - αμέσως μετά τον πόλεμο - το σύνορο… Άτυχη η θεία Κίτσα - αφού χωρίστηκε, για ζωή πλέον, από τους δικούς της. Τυχερό, όμως, το χωριό, που απ

ΚΡΑΤΙΚΟΔΙΑΙΤΟΙ

Αν η επίλυση κάποιου ενδεχόμενου ζητήματος σας οδηγήσει σε δημόσια υπηρεσία, είναι σίγουρο ότι θα βρεθείτε αντιμέτωποι με αρκετό παχύσαρκο προσωπικό. - Ορισμένοι δημόσιοι υπάλληλοι δυστυχώς έχουν λίπος και στο μυαλό -. Δεν γνωρίζουν διόλου από ανθρώπινη συμπεριφορά… Δεν δέρνει μέσα τους ψυχή… Το πιο χειροπιαστό δείγμα αυτής της επιδημίας το συναντάς στο κέντρο της Αθήνας. Συγκεκριμένα στα Γραφεία του Δήμου, στην οδό Αγίου Κωνσταντίνου 14. Το προετοίμασαν, το εκπαίδευσαν με ζήλο και μεράκι αυτό τ' ανάπηρο προσωπικό οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, που διαχειρίστηκαν παθητικά την εξουσία τα σαράντα τελευταία χρόνια… Το  χειρότερο κακό, όμως, είναι ότι το διατηρεί με ευλάβεια και φανατισμό ο σημερινός κυβερνητικός συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ… Ωσότου η Ελλάδα θα ταΐζει τζάμπα τέτοιου είδους παράσιτα, διαρκώς θα βυθίζεται. Θα αυτοκαταστρέφεται… Θα αυτοκτονεί...  Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 26/11/2015

ΕΝΑ

Ανεβήκαμε σε καφετέρεια ψηλά στους Αγίους... Να κάπου εκεί στο πράσινο - στημένο τηλεσκόπιο. Και ο «φωτογράφος» πλάι μου... Να μου λέει: «Ρίξε μια ματιά πέρα στη θάλασσα, …κάτω στην πόλη…, …στον ορίζοντα που φλέγεται... ...είναι ωραία!». Για μένα... Όλα εκείνη την ηλιόλουστη μέρα. Έγιναν ΕΝΑ. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 20/11/2015

ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕΤΡΗΣΗ

Δεν άντεξε… Τον έπνιξε η συνείδηση. Του φώναξε δυνατά μέσα του. Και αυτός υπάκουσε. Κι άλλαξε πορεία την τελευταία στιγμή. Για να μην καταστρέψει - σκοτώσει κι αυτός αθώους πολίτες  που τον εμπιστεύτηκαν… Κι αισθανθεί ένοχος, δολοφόνος ολοζωής. Παραιτήθηκε ο Γαβριήλ Σακελλαρίδης… Για να κοιμηθεί τη νύχτα ήσυχος… Μπροστά στους αυτόχειρες - που θα πολλαπλασιαστούν - με κυβερνητική υπογραφή Δεν τον νοιάζει το αξίωμα του Βουλευτή… Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 19/11/2015

ΜΝΗΜΗ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ

(Ήθελα κι εγώ κάτι να γράψω για τη σημερινή μέρα, αλλά αφού δεν την έζησα δεν μπορώ να τη μεταφέρω... Ξεσκαλίζοντας βρήκα ένα πολύ ωραίο κείμενο.  Το δανείστηκα από τη «ΝΕΚΡΗ ΠΙΑΤΣΑ του Ντίνου ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΠΟΥΛΟΥ, το προσάρμοσα στο στιλ μου και σας το προσφέρω σαν ένα ωραίο τριαντάφυλλο…)      Το πάρκο του Νοέμβρη με τα πεσμένα φύλλα και οι φοιτητικές πορείες με τα ξεθυμασμένα συνθήματα, μου φέρανε στο νου τον λοκατζή τον Γιάννη. Ήταν οι μέρες με τα γεγονότα. Τον είχα χάσει. Όταν τον ξαναβρήκα, «Ήμασταν στην Αθήνα», μου είπε. «Μας πήγαν στο Πολυτεχνείο» και τα κάναμε γυαλιά - καρφιά. Δυο μέρες σπάγαμε, τίποτα όρθιο δεν αφήσαμε - κατάλαβες; Δήθεν οι φοιτητές. «Καλά, εσείς δε δείρατε, δε μπαγλαρώσατε;» ρώτησα ταραγμένος. «Όχι, αυτά τα κάναν άλλοι, από πριν». Έφυγε ένα βάρος από πάνω μου: Άσχημο πράμα να ‘χεις φίλους πραιτωριανούς, να αγκαλιάζεις πόδια που κλοτσούσαν θύματα πριν από λίγο. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 17/11/ 2015

BËNJΑ

O Ilir Miho , ο κουμπάρος μου, πάντα προσπαθεί να βρει εναλλακτικές λύσεις στον τρόπο αναψυχής… Είχαμε πάει οικογενειακώς σε θάλασσα... Για φαγητό σε καταπληκτικά μέρη... Σκαρφαλώσαμε σε βουνά… Αυτή τη φορά πρότεινε να περάσουμε υπέροχα τη νύχτα στην Πρεμετή. Την πόλη των λουλουδιών… Και την επόμενη από το πρωί να του δίναμε ευθεία… για τα θερμικά νερά… …Είδε το μάτι μας ήμερα μέρη. Τόπο που καλλιεργείται ολοσχερώς. Η περιοχή του καλού κρασιού, των νόστιμων κερασιών… έχει ανασκουμπώσει τα μανίκια και δουλεύει εντατικά. Μετά από τον σακατεμένο κεντρικό δρόμο, που σου έβγαζε τα έντερα..., ωραίο το υπόλοιπο κομμάτι που σε οδηγεί στη B ë nja … Σε μαύρο χάλι  βρήκαμε όμως την τοποθεσία, που την επισκέπτονται καθημερινά εκατοντάδες κόσμος… Ακόμα κι απ’ το εξωτερικό. Δεν επενδύει κανείς…, ούτε το κράτος, ούτε ιδιώτης!!! Στον καιρό του Ζώγκου, πριν καεί, λειτουργούσε κανονικά ένα διώροφο νοσοκομείο μ’ ανάλογο προσωπικό. Αν πάσχεις α

ΑΝΤΕ ΖΩΗ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΗ !!!

Η πρώτη μου τυχαία συνάντηση, όταν μπήκα για πρώτη φορά στην Ελλάδα και διέμεινα για λίγες μέρες στα Γιάννενα. ήταν με το φίλο μου, Γιάννη Μανέκα… Τον παλιό κομμουνιστή. Γνωριστήκαμε στ’ Αργυρόκαστρο το '87 όταν επισκέφτηκε με τουριστικό γκρουπ την Αλβανία… Και θαύμασε τα «επιτεύγματα του Σοσιαλισμού». - Τι…κι εσύ εδώ, Γιώργο; - μου λέει, - όταν με είδε να περνάω από το Γυαλί Καφενέ.    Με προσκάλεσε να πιούμε μαζί καφέ. «Μην μου πεις ότι παρατάς τον τόπο σου, με τα τόσα καλά - μπαίνει αμέσως στη συζήτηση». Δεν μπόρεσα να συγκρατηθώ… Μου άναψαν τα λαμπάκια… Και του απαντώ: «Στα καλά εκείνου του τόπου έχεις τη σειρά να πας εσύ τώρα, Γιάννη μου! Εγώ θα μείνω εδώ στη δυστυχία σου…». Χωρίς να ξέρω, ασφαλώς, ποια θα είναι η ροή της ζωής μου…, η τύχη μου… Δεν τ’ άρεσε η απάντησή μου, γι’ αυτό το λόγο αλλάζει αμέσως κουβέντα… «Συνήθως εδώ σε τούτο καφενείο συχνάζω - μου λέει. Το σπίτι μου είναι στον δεύτερο όροφο της διπλανής

«ΕΝΩΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!».

Θ’ αποφύγω τις επαναλήψεις... Τα γνωστά χιλιοειπωμένα γεγονότα για τον παπα - Μιχαήλ Ντάκο: Τις αναφορές... ... σχετικά με την καταγωγή του από πολυμελές οικογένεια… ...πώς λειτούργησε στην περίοδο του Ελληνο - ιταλικού πολέμου… ...πώς αντιστάθηκε την περίοδο που καταργήθηκε η θρησκεία… ...πώς πρωτοστάτησε στην επαναλειτουργία της εκκλησίας στο χώρο μας… ...πώς, λοιπόν, αγωνίστηκε και καθιερώθηκε ως Εθνικό και Θρησκευτικό σύμβολο του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού. Θα σταθώ μόνο σ’ έναν διάλογο. Και προπάντων στην τολμηρή του απάντηση.   Δημοσιογράφος του πρώτου ελληνικού ιδιωτικού τηλεοπτικού καναλιού, συγκεκριμένα του  ΑΝ1, απεύθυνε ερώτημα στο παπα - Ντάκο, όταν άνοιξε η σκουριασμένη σιδερένια πόρτα της Κακαβιάς και φύσηξε αέρας δημοκρατίας και στην Αλβανία: - Για πες μας τώρα τι θέλετε να συμβεί; «Ένωση με την Ελλάδα επιθυμώ… Μια ζωή το περιμένω… Το ξεκομμένο κλαρί να κολλήσει στον κορμό του». Εξέφρασε τόσο απλά κι ελεύθερ

Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΧΑΣΕ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ…

(Για σκέψου καλά να δεις τι θα πει "χάνω το χαμόγελο"!!!). Λίγο ν’ αγγίξεις τον άλλο μέσα στο συνωστισμό: στο μετρό, στο λεωφορείο, στο τρόλεϊ…, εκνευρίζεται… Ρίχνεται σαν αγρίμι... Παίρνει φωτιά. Δεν σε αντέχει. Στο δρόμο βλέπεις αγχωμένο κόσμο να παραμιλάει… Να μην ξέρει που πάει. (Τους περισσότερους πελάτες τα ταξί τους οδηγούς στη ΓΑΔΑ… Γιατί έχουν χάσει τον προορισμό τους…) Σε διάφορα κομβικά σημεία τ’ απλωμένα χέρια των ζητιάνων για λίγα λεπτά, για ένα κομμάτι ψωμί… σου βγάζουν τα μάτια… Σε κάθε βήμα…, συναντάς κι έναν τρελό… Που κατατρομαγμένος φωνάζει: -Αδέλφια αντισταθείτε..., έρχεται να μας πάρει ο Γερμανός! Ο αόρατος εχθρός…, μ’ ένα μακρύ θανατηφόρο όπλο στο χέρι - την κρίση - απειλεί την πανέμορφη Ελλάδα, που έχασε πλέον το χαμόγελο. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 12/11/2015

«ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ» ΣΤΟΝ ΠΑΤΕΡ - ΤΙΜΟΘΕΟ

  (Επειδή θέλω να λέω  πάντα  την αλήθεια…) Πολύ αθώα σήμερα αποφάσισα να εξομολογηθώ… Αλλά… σας παρακαλώ... μην με παρεξηγείται, μην με αμφισβητείται: «Ήμουν μικρός, περίπου δέκα ετών, όταν καταργήθηκε η θρησκεία στον τόπο μου.   Έτσι που δεν πρόλαβε να μπήξει βαθιά μέσα μου τη ρίζα της.  Το κενό που είχα αισθάνθηκα την ανάγκη να πάω να το εξομολογηθώ στον πάτερ - Τιμόθεο… Φορτισμένος συναισθηματικά, τον επισκέφτηκα νύχτα στην εκκλησία. Πήγα να του πω: «Πάτερ… συγνώμη… αλλά… το πιστεύω μου κάνει κύματα…!» Μου ‘ριξε μια απότομη ματιά. Κατάλαβα ότι του χάλασα τη διάθεση… Τον έβγαλα απ’ το ράσο του…» Συνέχισα:   «Τ’ ανεξήγητα φυσικά φαινόμενα τα εντάσσω σ’ άλλη λογική. Τα ερμηνεύω διαφορετικά… Κι όμως, χαίρομαι αυτόν που πιστεύει...   Κι ότι την ύστατη στιγμή, δεν θα υποφέρει. Θα παραδώσει την ψυχή του μ’ άνεση…». Μόλις τελείωσα, παίρνει το λόγο ο πάτερ - Τιμόθεος και μου λέει: «Καιρό τώρα σε παρακολουθώ να μ

Η ΜΑΝΙΑ ΤΗΣ ΔΕΣΠΟΙΝΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗ

Η Δέσποινα Κυριάκη φροντίζει, περιποιείται κήπο σε μπαλκόνια: Στους Αγίους Σαράντα και στην Αθήνα. Η μανία της είναι να σπέρνει σε γλάστρες, σε  παρτέρια βασιλικό, δυόσμο, μοσκοτρίφυλλο, μαϊντανό, ανθό… Τσιμπάει φύλλα και κλωνάρια κι αρωματίζει μ’ αυτά τ’ ανακατερά: Το λαχανόψωμο, τη σπανακόπιτα... (Ανοίγει το φύλλο κρούστας μόνη της). Την ορεκτική ρυζόσουπα που σηκώνει τον άρρωστο. Το μπριάμι, το τουρλί, τα κιοφτεδάκια…, που τρως τον περίδρομο και δεν κάνεις χορταμό… Δεν της περνάει κάτω το καλό φαγητό - να το γευτεί μόνο με τον σύζυγό της, τον Προκόπη - αν δεν προσφέρει πιάτο και σε διπλανή οικογένεια. Αν δεν έχει στο τραπέζι προσκεκλημένο. Όταν μαγειρεύει η Δέσποινα Κυριάκη μοσχοβολάει από τ’ άρωμα του νόστιμου φαγητού της όλη η γειτονιά. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 08/11/2015

ΑΚΕΦΑΛΟΣ Ο ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΟΧΩΡΙΟΥ

Όσο γνωριστήκαμε και ξεκινήσαμε μαζί μια εποικοδομητική συνεργασία στην Αθήνα, ο Βασίλης Διαμάντης έφυγε από τη ζωή. Δεν κουράζονταν να αναλαμβάνει διαρκώς πρωτοβουλίες… Σε βραδιά διασκέδασης, πριν σηκωθεί και πάρει το χορό, ανέφερε σ’ ομιλία του ένα μεράκι. Την μεγάλη ανησυχία του για την αδιαφορία των συγχωριανών: «…Η Δερβιτσάνη, ήταν ανέκαθεν μεγάλο χωριό, είναι μεγάλο και πρέπει να μείνει μεγάλο. Το αν θα παραμείνει μεγάλο, εξαρτάται από μας και μόνο από μας. Αν όλοι καταβάλλουμε την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια και δεν αναλωθούμε από τα προβλήματα της καθημερινότητάς μας, θα μπορέσουμε να κάνουμε τη Δερβιτσάνη αυτό που της αξίζει πραγματικά. Δεν ζητάμε από σας μεγάλες θυσίες. Η ελάχιστη ένδειξη αγάπης και προσφοράς προς το χωριό μας είναι ουσιαστικά μόνο μία: Να μην αδιαφορούμε! Ας μην αφήσουμε την αδιαφορία να αλλοιώσει την επαφή με την ζωή και την καρδιά του χωριού μας». Διοργάνωνε ταχτικά συνεστιάσεις, εκδρομές, κάθε χρονιά ετοίμαζε

ΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ ΕΝΟΣ ΚΟΡΜΟΥ

«Είμαι 80 χρόνων σήμερα και για 60 χρόνια νοστάλγησα να πατήσω τα χώματα της Βορείου Ηπείρου. Φοιτητής θυμάμαι πόσο καρφώθηκαν στην καρδιά μας ορισμένα ονόματα: Αργυρόκαστρο, Χιμάρα, Άγιοι Σαράντα…» (Από την ομιλία του Προέδρου του Σ.Κ. Κύπρου -  ΕΔΕΚ. κυρίου Βάσου Λυσσαρίδη, στη Δερβιτσάνη). Πάνω σε χώμα ελληνικό, Πάτησες, Λυσσαρίδη Κι ένιωσες μέσα σου καημό, Εξήντα χρόνων είδη. Ήρθαν εδώ τόσοι πολλοί Και ‘φύγαν ένας - ένας, Μα χέρι πάνω στην πληγή, Δεν έβαλε κανένας. Έφερες αύρα από νησί, Κύμα απ’ ακρογιάλι, Μια ιστορία αγωνιστή, Σκληρή σαν καμιάν άλλη. Πέρασαν κι άλλοι αρχηγοί, Από το ίδιο βήμα, Μα τη δική σου τη φωνή, Δεν είχανε, τι κρίμα! Ξεσπάς κι έμειν’ ο αντίλαλος, Σαν να σ’ ακούμε ακόμα: «Για Κύπρο - Βόρεια Ήπειρο, Κοινό θα κάνω αγώνα. Θα πάω στην Μητέρα αρχή, Να της τα πω σταράτα: - Πώς ξέχασες την Αδελφή, Με τόσο ωραία νιάτα;! Ακούς ειν’ κλάμα ενός μωρού, Ειν’ του μωρού σου κλάμα, Που σου ζητάει πο

ΚΑΛΑ ΕΙΝΑΙ Ν’ ΑΝΑΠΑΡΑΧΘΕΙ ΤΟ ΓΛΥΠΤΟ

Δρασκέλησε αρκετό χρονικό διάστημα που, με εθελοντική συνεισφορά ανακαινίστηκε ολοσχερώς ο ανθόκηπος. Έβαλαν γερό χέρι οι νέοι του χωριού στο πράσινο, στην ηλεκτροδότηση, στο υδραυλικό σύστημα… Αισθάνεσαι, αναμφισβήτητα, ανακούφιση, όταν διαπερνάς περιπατώντας τους επενδυμένους με μεράκι πέτρινους διαδρόμους του τριγώνου. Κάθεσαι κάπου στα ξύλινα καθίσματα αγναντεύεις το σιντριβάνι κι αναπολείς... Τα δύο χαρούμενα κοριτσάκια σε γλυπτό, φορεμένα με την παραδοσιακή στολή του τσολιά, παίζουν ξέγνοιαστα, ανέμελα μέσα στο νερό. Αυτά σου προσελκύουν περισσότερο την προσοχή. Και σε κρατούν αρκετά δέσμιο στο δικό τους παιχνίδι ...   Σου θυμίζουν την προσπάθεια του συγχωριανού μας γλύπτη, που το φιλοτέχνησε με πάθος, με πολύ αγάπη. Άλλαξε πολλά σχέδια και ιδέες, για να καταλήξει σε αυτή την υπέροχη σύνθεση. Μέσα στον τσουχτερό, βροχερό Οκτώβριο του ’87, κάτω από πρόχειρη σκεπή - με νάιλον του Συνεταιρισμού - έστησε ο Σωκράτης Κουβαράτης με δυσκολία το έργ

ΦΘΕΙΡΕΙ ΤΟ ΧΑΡΤΙ Ο ΧΡΟΝΟΣ…

Ήταν φανατικός συλλέκτης της παλιάς φωτογραφίας ο Νίκος ΛΙΛΛΗΣ. Πριν από μερικά χρόνια μου παρέδωσε ένα δέμα από ασπρόμαυρες φωτογραφίες για να της περάσω στον υπολογιστή μου. Να αρχειοθετηθούν. Για να περάσει η προηγούμενη εποχή και στις επόμενες γενιές  (Φθείρει τ ο χαρτί  ο χρόνος...) Για την κάθε φωτογραφία - όταν τον ρωτούσες - ο Νίκος σου ξεδίπλωνε - με ελκυστικό τρόπο - μια ωραία ιστορία... Τη θρησκευτική γιορτή στο Νταμπόρι απεικονίζει η πρώτη φωτογραφία που αναρτούμε σήμερα στον τοίχο μας από το προσωπικό αρχείο του Νίκου Λίλλη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ 01/11/2015

Ο ΑΛΕΚΟΣ

Διατηρώ πλούσιο φωνητικό αρχείο, χειρόγραφα κείμενα, πίνακες ζωγραφικής, γλυπτά του πολύπλευρου καλλιτέχνη με καταγωγή από την Παλάσσα, Αλέξανδρου Μπάμπη… Έχοντας υπόψη τις αξίες του, τον συμπεριέλαβα στο βιβλίο μου με συνεντεύξεις «Διπλή ζωή». Η αφήγησή του είναι καταπληκτική. Πρωτότυπη, ελκυστική. Μ’ εντυπωσίασε σε συνέχεια της συνεργασίας μας όλο το έργο του… Στο πρώην δικτατορικό καθεστώς ήταν ο τύπος που έβαζε σε υποψία την αστυνομία. Συνήθως όταν ανέβαινε σε παπαφίγκο του σπιτιού του στο κέντρο της Αυλώνας κι έγραφε, ζωγράφιζε, σκάλιζε σε πέτρα και σε ξύλο γλυπτά… Εκεί πάνω είχε τοποθετήσει κι ένα τηλεσκόπιο, με το οποίο παρακολουθούσε τα άστρα, το φεγγάρι, το γαλαξία… Τις εκλείψεις… Κοιτούσε μακριά. Το έτος της 4 ης   Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος για τον Αλέκο ήταν πολύ δύσκολο… Για το έργο του «VESVESELIU» που δεν πρόλαβε να κυκλοφορήσει, αφού χαρακτηρίστηκε ως έργο με φροϊντιστικές τάσεις, δέχτηκε σκληρή κριτι

ΕΣΤΩ ΓΙΑ ΛΙΓΟ ΠΟΙΗΤΗΣ

Ο συγχωρεμένος πλέον Νικόλαος Λίλλης (Καραλής), ανιψιός του ταλαντούχου συγγραφέα, Γιάννη Λίλλη και του αξιόλογου δάσκαλου, Θωμά Λίλλη - δύο αδέλφια - αγωνιστές για τον Βορειοηπειρωτικό Ελληνισμό, μου έστειλε πριν από μερικά χρόνια με τις κόρες του (Ντίνα και Άννα) στο σπίτι μου στην Αθήνα  γραμμένα σ’ ένα κομμάτι χαρτί, δύο ποιήματά του: Το χωριό μας και Εις τον Άδη. Μου είπαν (οι κόρες του) ότι ο πατέρας τους μου δίνει το δικαίωμα τα ποιήματα «να τα κάνω ότι θέλω». Σε μια άκρη του χαρτιού ο Νικόλαος γράφει: «Η αγάπη μου για το χωριό και για την παλιά πιάτσα του Σαραντινού, με τα πολλά γιοφύρια και πλατάνια». Δηλαδή είναι αυτή η δυνατή αγάπη για τον τόπο του, η νοσταλγία για το ωραίο του χωριό, που τον ανάγκασε να γράψει το πρώτο ποίημα.                                     ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ Ω Δερβιτσιάνη μου γλυκιά, Γνωστό κεφαλοχώρι. Έβαλες στήθος στο Βοριά, Στήθος στ’ ανεμοβόρι. Αχούσε ο Σαραντινός, Απ’ το γλέντι της πιάτσας. Νταμπόρι στέκι μου παλιό, Στ