Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΚΑΜΙΑ ΓΛΩΣΣΑ ΔΕΝ ΒΡΙΖΕΤΑΙ !



Ήταν η περίοδος που το Κόμμα σκεπτόταν πώς να προσφέρει φαγητό στο χωράφι. 

Ν' απαλλάξει τον συνεταιριστή από το μαγείρεμα και απ' τα σακούλια που κουβαλούσε στο μέτωπο εργασίας. 

Πήγαινε στον κάμπο της Δρόπολης και ο Πρώτος Γραμματέας της Κομματικής Επιτροπής, για να συζητήσει γι' αυτό και για άλλα θέματα, αλλά δεν συνεννοούνταν εύκολα με τον κόσμο. 

Οι γυναίκες δεν καταλάβαιναν, ούτε μιλούσαν καλά τ' αλβανικά. 

Τις συμβούλεψε: 

-Να παρακολουθήσετε όλες το φροντιστήριο που ανοίξαμε και λειτουργεί στα Σωφράτικα! "Σαν η τάδε", είχε και το συγκεκριμένο παράδειγμα.

Σε σύσκεψη, που διοργανώθηκε με συμμετοχή και μειονοτικών κομμουνιστών, ανέφερε ο Ράπο Ντερβίσι την παραπάνω ανησυχία του, που ήταν και ανησυχία όλου του κομματικού μηχανισμού.

Πήρε και θέση. Εξέφρασε τη γνώμη του: 

"Την πεθαμένη ελληνική γλώσσα, την παλιά, απ’ την εποχή του Ομήρου, τι τη θέλουμε;
Ακόμα θα τη μιλάμε;! Μετά από τόσα χρόνια λευθεριάς στον τόπο μας, να την είχαμε παρατήσει".

Έχουμε την όμορφη γλώσσα μας, του Ναϊμ, του Σαμί... 

Σηκώθηκαν και δικοί μας άνθρωποι, σαν κουτορνίθια, και τον υποστήριξαν.

Ήταν στην αίθουσα και ο Χρήστος Ντρίτσος, ως δημοσιογράφος.

Αυτός, σιωπή!

Μετά τη σύσκεψη, τον φωνάζει στο γραφείο του ο Ράπο και του λέει: 

-Χρήστο, ενώ προέβλεπα ότι θα σηκωνόσουν πρώτος, ήσουν και εκπαιδευτικός και τα καταλαβαίνεις καλύτερα τα πράγματα, δεν μίλησες καθόλου...;!

-Έκανα καλά - του απαντάει ο Χρήστος -γιατί αν θα μιλούσα, θα σού έβγαινα απέναντι. 

- Να μού 'βγαινες και να σταματούσα την συζήτηση. Να μάθαινα από σένα και να μην έκανα κι αλλού το ίδιο λάθος. 

Ο Χρήστος, απ' τη μετάνοια του Ράπο, πήρε θάρρος και συνέχισε: 

- Η ελληνική είναι πηγή πολλών γλωσσών σ' όλον τον κόσμο, κλπ, κλπ...

Την αλβανική, όμως, δεν τού την έβρισε.

Καμιά γλώσσα δεν βρίζεται!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
31/10/2017

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.