Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

«ΕΦΕΡΕ» ΤΗΝ ΑΜΕΡΙΚΗ ΕΔΩ

Ο Βασίλης ΝΑΤΣΗΣ σήμερα μπορούσε να ήταν στην Αμερική.

Μ' αυτό που είναι - κορυφαίος επιχειρηματίας στην Αλβανία - δεν αποκλείεται, να πετύχαινε κι εκεί.

Επέλεξε όμως, τον άλλο δρόμο. Τον πιο δύσκολο. Να βρει τη Γη της Επαγγελίας εδώ, σε άλλο «πλανήτη».

Χάραξε το δρόμο της επιτυχίας του με τόλμη και αποφασιστικότητα. Με εμπιστοσύνη.

Με σιγουριά και με δύναμη ψυχής.

Στηριζόμενος, πάντοτε κι αποκλειστικά, σε ακλόνητο «πιστεύω»! Σε ενθουσιασμό, σε αισιοδοξία!

Στο ότι, αυτό που κάνει, θα πετύχει!

Πάνω στη δουλειά, ανακάλυψε το εμπορικό του πνεύμα. Την ιδιαιτερότητά του:

Πώς να επενδύει.

Συνέχεια να επενδύει …

Δεν του πήγε η δουλειά, όπως λένε ορισμένοι κακόβουλοι. Αυτός πήρε τη δουλειά, την επιχείρηση και την οδήγησε εκεί που θέλησε.

Εδώ που είναι. Στην κορυφή.

Ο Βασίλης ΝΑΤΣΗΣ, με τον δικό του τρόπο, το εύστροφο επιχειρηματικό μυαλό, «έφερε» την Αμερική εδώ.

Πλέον, όπως συνηθίζουμε να λέμε, για ν' αποδείξουμε τον δυνατό επιχειρηματία, τον ασυναγώνιστο, την υπεροχή, ο Βασίλης ΝΑΤΣΗΣ - σε διευρυμένη έννοια, η εταιρεία AGNA - είναι κράτος.

Ολόκληρη επιχειρηματική σχολή.

Καιρό τώρα ρίχνει την προηγμένη πείρα, που απέκτησε με γνώσεις και κόπο στα εργοτάξιά του της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, σε βιβλία, που σε διδάσκουν, που σε φωτίζουν για το πώς φτάνεις στην επιτυχία.



Και πώς να καλλιεργείς και να στεγάζεις  μέσα σου την φιλανθρωπία. 
 
Επιθυμεί την πείρα του να την αφομοιώσουν κι άλλοι. Να πετύχουν επιχειρηματικά πολλοί.

Καυχιέμαι που ο Βασίλης ΝΑΤΣΗΣ διακρίνεται, διαπρέπει.

Κι είναι Έλληνας Μειονοτικός.


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
03/10/2017

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.