Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΚΑΛΟ ΤΑΞΙΔΙ, ΦΙΛΕ ΜΟΥ!




«Όταν ήμουν μικρός - και δεν ήξερα τι ήταν ο θάνατος - ο πενηντάρης μού έμοιαζε πολύ μεγάλος.

Καταγερασμένος. 

Προπάντων αν είχε μουστάκι, ρυτιδωμένο πρόσωπο και φορούσε τσαλακωμένο καπέλο.

Αν ήταν κουρελιάρης, ακόμα χειρότερα.

Χωρίς να έχω κακία - μόνο πόνο έχω μέσα μου, κι αυτό το πληρώνω - αναρωτιόμουν, π.χ.: 

"Ζει ο Σιώμος;! Πώς ... δεν πέθανε ακόμα;!".

Τώρα που είμαι εξηντάρης, με τα τότε μυαλά μου, θα έπρεπε να είχα πιάσει θέση στο νεκροταφείο πριν από χρόνια».

… Αυτά τα θλιβερά περνάν από το νου μου, ενώ τρέχω με τ’ αυτοκίνητο να προλάβω την κηδεία ενός καλού μου φίλου εβδομηνταπεντάρη. 

Με τετράγωνη σκέψη, με πειθαρχημένο, έξυπνο λόγο.

Του Φώτου Ντάκου, που δυστυχώς, για τα δεδομένα της εποχής μας, έφυγε πρόωρα. 

Ήταν υπολογίσιμο, αισθητό το βάρος του στην μικρή μας κοινωνία. 

Συζητούσε με πάθος, πάλευε για το κοινό καλό, εκνευριζόταν με τις αδικίες. Σε φιλικό περιβάλλον έκανε τ' αστεία του, το καλαμπούρι του.

Επικοινωνούσαμε τηλεφωνικώς συχνά, μοιραζόμασταν την ανησυχία για την πολιτική κατάσταση στον τόπο μας, που έπιασε πάτο.

Λυπόμασταν από κοινού για την ασταμάτητη κατηφόρα, γενικά.

Είχε ανάστημα, είχε άποψη, ο Φώτος. Θα είναι αισθητή η απουσία του.

Καλό ταξίδι, φίλε μου!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
29/09/2017

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017