Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΒΥΡΣΟΔΕΨΗΣ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΟΣ

Γύρισε παλιά ο Αλέξης Τσιούρης από την Αθήνα προικισμένος με δύο επαγγέλματα:

Του βυρσοδέψη και του φωτογράφου.

Δεν άφηνε το ‘να επάγγελμα και να έπιανε τ’ άλλο. Ασκούσε και τα δύο επαγγέλματα παράλληλα.

Κατεργαζόταν τα δέρματα στην "έργαση" στο βυρσοδεψείο (παρήγαγε μποξ, σεβρό, σόλα) τραβούσε όπου έβρισκε και φωτογραφίες.

Έγραψε, ίσως χωρίς να το διανοηθεί, με τη φωτογραφική μηχανή του, ιστορία.

Την ιστορία του τόπου του.

Τα επαγγέλματα τα μετέδωσε σταδιακά, με το πέρασμα του χρόνου, σχεδόν σ’ όλα τα παιδιά του.

Ο Γιάννης ασχολήθηκε όλη του τη ζωή αποκλειστικά με τη φωτογραφία. Αλώνισε όλα τα χωριά της περιοχής κι όχι μόνο. Κατέγραψε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις, γάμους, συνεταιριστικές εργασίες που γινόταν στον κάμπο ...

Τη σκυτάλη την πήρε και ο Λάμπης, ο ξυλόγλυπτης, που χειρίζεται το φακό καλλιτεχνικά ... Διαθέτει πλούσιο αρχείο, που είναι υποχρέωση και καθήκον του, νομίζω, να το βάλει σε υπηρεσία του κοινού.

Αρέσω αφάνταστα την ασπρόμαυρη φωτογραφία. Τη ζητιανεύω από φίλους, συγχωριανούς, συγγενείς … και την προβάλω με μανία.

Έκανα, όμως, από απροσεξία, το μεγάλο λάθος.

Αντί να βάλω τ’ όνομα του φωτογράφου, του Αλέξη, του Γιάννη, του Λάμπη, κάτω από κάθε φωτογραφία, ανέφερα τ’ όνομα του δανειστή, που δεν έχει καμιά σχέση με τ' αντικείμενο.

Το έπαθα κι εγώ σαν κάποιοι που ζήτησαν από το Γιάννη φωτογραφίες (και τις πήραν), αλλά όταν κατέγραψαν τα επαγγέλματα σε ιστορικό βιβλίο, ξέχασαν το φωτογράφο.

Είναι ν’ απορείς και να γελάς συγχρόνως.


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

25/06/2017

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017