Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟ ΔΙΑΛΑΛΗΜΑ ΤΩΝ ΠΛΑΝΟΔΙΩΝ ΠΡΑΜΑΤΕΥΤΩΝ !!!

Κάπως έτσι τους θυμάμαι εγώ.


Άλλος ίσως να διατηρεί στη μνήμη του άλλη εικόνα. Να θυμάται τους πλανόδιους πραματευτές διαφορετικά…


Ο Λιάμε Σινίτσα διαλαλούσε στο χωριό:

“Μπογιές - βελόνια…!”


Έπαιρνε τα σοκάκια με τη σειρά. Πρόσεχε μην ανοίξει καμιά πόρτα και βγει από μέσα η κυρά. Για ν’ αγοράσει πράγματα.


Έφερνε - μαζί με τις μπογιές και τα βελόνια - και λογής λογιών ράμματα.

Για ραπτομηχανή και για κέντημα.


Μικρά παιδιά, μόλις τον παίρναμε πρέφα, του ραβόμασταν πίσω και τον κοροϊδεύαμε.


Μόλις τελείωνε το διαλάληλα του: “Μπογιές - βελόνια”, είχαμε έτοιμη εμείς, ως ομάδα, την απάντηση:


“Στου Λιάμε τα παντελόνια!”.


Αυτός πάλευε για το πενιχρό μεροκάματο,  εμείς του πέφταμε χαβαλέ ...


Τον θυμώναμε.  


Μόνο σ’ ένα συγκεκριμένο σημείο της πιάτσας του χωριού, καθόταν ο γκέγκας. Με τις σιούφρες, τα κοκοτσέλια, τα κούφια, το χαλβά, τα γλυκά στη γενικότητα…, τοποθετημένα σε ταψί.


Είχε και μπισκοτάκια σ’ αρμαθιά. Τα κρεμούσαμε στο λαιμό, τανούσαμε από ένα και τρώγαμε.


Οι βαρελάδες είχαν άλλη ταχτική. Το έπιαναν σταυροπόδι σε κάθε σπίτι που ήθελε να φτιάξει το τρουμπέκι, το καρδάρι, τη βαλέρα, το ντερβενίτσι, οτιδήποτε ξύλινο δοχείο…


Είχαν κι αυτοί το διαλάλημα τους: “Βαλέρες για φτιάσιμο!”, κι ο νοικοκύρης έβγαινε και τους έπαιρνε μέρα,


Αν ήταν δύο βαρελάδες και τους παζάρευαν την τιμή, μεταξύ τους συνεννοούνταν στα σιώπικα, στη γλώσσα τους επαγγέματος Για να μην τους καταλάβαινε ο νοικοκύρης.


Ο γανωματής φώναζε κι αυτός δυνατά: “Ποιος έχει αγγιά για γάνωμα!”.


Σε μαχαλοσάκουλο κουβαλούσε όλα τα σύνεργα: Κολλητήρια, σφυριά, τσιμπήδες, πυροστιά, ακόμα και ξύλα.


Άναβε όπου έλαχε τη φωτιά κι έπιανε δουλειά.  


Ερχόταν κι ο γέρο γύφτος με τα μαύρα δίμιτα και το άσπρο σκουφί. Φορεμένος βαριά.


Φώναζε κι αυτός: “Πικινάδες, σακοράφες καλές, έβγατε και πάρτε!”.


Ολόκληρο ξεφωνητό, χαμός θα γινόταν,  αν ερχόταν όλοι οι πλανόδιοι πραματευτές την ίδια μέρα, την ίδια ώρα και την ίδια στιγμή κι έβαζαν όλοι μαζί τις φωνές.


Θα ξεκούφαιναν το χωριό…


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
08/01/2017





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017