Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟ ΧΑΛΑΣΜΕΝΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ ΜΠΑΖΕΙ ΑΠΟ ΠΑΝΤΟΥ ... ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΕΙΝΑΙ !

(Στη θέση ετούτου κειμένου θα μπορούσα να βάλω και το περσινό... Ένα και το ίδιο θα ήτανε...)


...Ίσως να είχαν τα παλιά πανό. Φθαρμένα φαινόταν κι αυτά ...  


Τη μεγάλωσαν έτσι με ένα ακόμα έτος την Εθνική μας Οργάνωση.

Αλλά κάθε χρόνο τη μικραίνουν πιο πολύ,


Τη στενεύουν σε συμμετοχή.
Η αίθουσα στη φετινή επέτειο πιο άδεια από ποτέ.

(Έχασε ο κόσμος το ενδιαφέρον.)


Αυτή είναι η είδηση. Όλα τα άλλα είναι κούφια διαφήμιση.


Δικαιολογημένα, όμως, θα μου πει κανείς. Κρύο, ψύχρα  απ’ όλες τις πλευρές.


Το χαλασμένο σπίτι μας - που εγώ το βλέπω να παραμένει ακόμα μαγαζί - μπάζει από παντού.


Συμμετείχαν φέτος στη γιορτή λιγότεροι δροπολίτες,


μετρημένοι σε δάχτυλο ενός χεριού δερβιτσώτες.


Βουρκιώτες πιο πολλοί, ακόμα περισσότεροι φίλοι και οπαδοί του Λεωνίδα μπήκαν στην παγωμένη αίθουσα και κάθισαν στις κρύες καρέκλες.


O κόσμος ανέχεται αυτούς - τις ίδιες προσωπίδες - που κρατούν δέσμια την Ομόνοια χρόνια.

Οι γλείφτες - όπως πάντα - παρόν και σε αυτό το “μεγαλοπρεπώς” γεγονός. Θέλουν να γευτούν ξανά κομμάτι πίτας.


Αραδιάζουν με φανατισμό σε γιορταστικά κείμενα τα ονόματα των Ελλήνων διπλωματών, των πολιτικών μας, (μην ξεχάσουν κανένα κι αντιμετωπίσουν πρόβλημα), που εκφωνούν τις “επιτυχίες” και τις αδυναμίες και κάνουν τη συνηθισμένη έκκληση για ενότητα.


Χωρίς να κάνουν απολύτως καμιά ενωτική κίνηση.


Ενωτικό παιχνίδι κάνουν. Έδωσαν για πρώτη φορά βήμα στο ΜΕΓΚΑ. Αντί να δώσουν βήμα στην ΟΜΟΝΟΙΑ - ΚΟΜΜΑ. Στη δοκιμασμένη ιδέα.


Ο Λεωνίδας για πρώτη φορά είδε την αίθουσα με γυαλιά.

(Πίσω απ' τη ράχη έχει τη συνέπεια για κοινό αγώνα.)


Κι είχε κοντά του πλάι του, γύρω του, σχεδόν  όλη την οικογένειά του.


Σταδιακά, δεν το βλέπω να είναι μακριά, η Ομόνοια έτσι όπως τη χειρίζονται, θα γίνει ανύπαρκτη.


Θα μείνει, όπως αρέσει σε ορισμένος να λένε, μόνο ΙΔΕΑ.


Υστερόγραφο: Στα όσα διατυπώνω μακάρι  να διαψεύδω!


Θα χαρώ…!

Η αισιοδοξία ασφαλώς εκφωνείται, γράφεται. Όμως, περισσότερο φαίνεται στην πράξη.



Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

16/01/2017

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017