Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

O ARBEN LLALLA ΠΙΑΝΕΤΑΙ ΑΣΤΟΧΑ ΑΠΟ ΕΝΑ ΣΚΟΥΦΙ

(Εθνικιστικά παραληρήματα σε σύγχρονες εποχές)

Τα εθνικιστικά παραληρήματα του Αλβανού δημοσιογράφου, Arben Llalla, τζάμπα ζαλίζουν το κοινό. 

Το παραπλανούν...(!!!) 

Προσπαθεί ο ανιστόρητος να φέρει σ’ αντιπαράθεση δύο παραδοσιακά αδελφωμένους λαούς.

Ενώ παλεύει να αμαυρώσει με υπαρκτά κι ανύπαρκτα στοιχεία, την εικόνα του Βαγγέλη Ντούλε

-περιπαίζει τον Πρόεδρο του ΚΕΑΔ πολιτικά- 

το παρατραβά  στο εθνικό πλαίσιο. 

Επιχειρεί να παραποιήσει την ιστορική αλήθεια. 

Πιάνεται άστοχα από το καπέλο, το σκουφί, (φέσι) του παππου - Μήτρου Κουρούνη, του Γοραντζινού, 

για ν' αλβανοποιήσει τον ίδιο, το χωριό κι έπειτα όλη τη Μειονότητα.

Τέτοιο καπέλο, με διαφορά από του λιάμπη, την έλλειψη κεραίας, φοράνε και οι καρακατσανέοι. 

Είναι μέρος της παραδοσιακής τους στολής.

-Ο πάππο-Μήτρος γεννήθηκε το 1810 - δηλώνουν συγγενείς του. - Όχι το 1870, όπως μετακινεί το έτος γέννησης ο κακόβουλος δημοσιογράφος.

(«Έφαγε» του παππού, σκοπίμως, περίπου 60 χρόνια. Για να τον φέρει πιο κοντά). Για να περάσει το τρελό, απαράδεκτο μήνυμα ότι ο παππούς είναι ξεριζωμένος.

Ερχόμενος στον τόπο του... 

Σε οκτώ γενιές του παππού, κατά σειρά, δε μιλούσε, ούτε μιλάει κανείς αλβανικά. 
  
… Συμβαίνει το παραπάνω θλιβερό γεγονός σ’ εποχή που στον κόσμο διαπιστώνουμε φοβερή εξέλιξη. 

Εκσυγχρονίζεται η ζωή. 

Η ανθρωπότητα προσπαθεί να καταργήσει τα σύνορα. Να αδελφωθεί. 

Κατεδαφίζει εθνικιστικά παραληρήματα, ισοπεδώνει προκαταλήψεις στην κοσμοθεωρία και στην κοσμοαντίληψη.  


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
15/12/2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.