Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟ ΚΟΣΤΟΥΜΙ

Ήταν αρχές της αλλαγής του πρώην δικτατορικού συστήματος, που δεχόμασταν δώρα: 

Παλιό ρουχισμό, εκτός μόδας ή ελάχιστα φορεμένο από  ελλαδίτες, που τον βαρέθηκαν.

Δοκιμάζαμε το πουκάμισο, το σακάκι, το παντελόνι, τα παπούτσια ... 

...ό,τι μας έδιναν.

... Και αν μας έκαναν, εφάρμοζαν στο σώμα μας, πετούσαμε ...

Ο καθένας μας δοκίμασε αυτή τη χαρά!

Ο Ηρακλής Σύρμος, μ' ένα  σακί γεμάτο από τέτοιο ρουχισμό, ανηφόρισε στην Κουκούλια και μπήκε στο σπίτι του Θωμά. 

Του μεγαλύτερου αδελφού του.

Τ' άνοιξε μέσα σ' ένα δωμάτιο κι άδειασε τα ρούχα στο πάτωμα.

-Διάλεξε -  λέει του Θωμά. - Ό,τι σου αρέσει, σου κάνει, πάρτο! Είναι δικό σου!

Ένα κοστούμι, σε καλή κατάσταση, εφάρμοσε τέλεια στο σώμα του.

- Σου 'κατσε μια χαρά! Σου πάει κιόλας -  του λέει ο Ηρακλής - σαν να 'ταν κομμένο - ραμμένο για σένα.  Με γεια σου!

Ο Θωμάς δεν άνοιξε στόμα.

-… Μα δεν άκουσα το «ευχαριστώ» - ο Ηρακλής.

-Το είχε πει νωρίτερα εκείνος που το πρωτοφόρεσε, ο οποίος σήμερα ίσως να είναι και νεκρός. Κι άλλο "ευχαριστώ" να πω εγώ (;!) - ο Θωμάς.

Γέλασαν και οι δύο... κάπως με παράπονο.


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
23/12/2106

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017