Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΛΙΓΕΣ ΑΡΑΔΕΣ ΓΙΑ ΤΟ ΒΑΓΓΕΛΗ ΜΕΤΣΕ (τον παλιό)...

Απόσπασμα από το συγκλονιστικό βιβλίο του Μηνά Πάρα:
"ΣΑΡΑΝΤΑ ΕΞΙ ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΑ ΚΑΤΕΡΓΑ ΤΗΣ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΕΜΒΕΡ ΧΟΤΖΑ (1945 - 1991), σελίδα 57.
"Ένα απόγευμα φώναξαν τον Βαγγέλη Μέτση. Τον έβγαλαν έξω από τα σίδερα της πόρτας.
Δεν ξέραμε γιατί τον πήραν. Γύρισε ύστερα από δύο ­ τρεις ώρες ή μάλλον τον γύρισαν.
Άνοιξαν τα σίδερα και τον έσπρωξαν μέσα. Δεν μπορούσε να σηκωθεί... Τον βοήθησαν μερικοί φυλακισμένοι και τον έφεραν στο δωμάτιο. Τον ξάπλωσαν κάτω.
Ήταν μόνον με το υποκάμισο, που είχε κολλήσει στο σώμα του. Με δυσκολία του το βγάλαμε. Η ράχη του όλη κατάμαυρη πληγές και αίματα. Με δυσκολία καθαρίσαμε τα αίματα και τον αλείψαμε με λάδι.
Τα πόδια επίσης. Έμεινε αρκετές μέρες ξαπλωμένος, εκτός βέβαια την ώρα του γύρου στην αυλή, οπότε και πεθαμένος να ήταν κανείς, έπρεπε να φέρει γύρο. Και αυτά όλα, επειδή θα απελύετο σε λίγο και έπρεπε να τον...χαιρετίσουν. Μόνον αυτός είχε δικασθεί δύο χρόνια.
Αργότερα, έμαθα, έσπαγε πέτρες στους δρόμους, ως δουλειά δηλαδή. Απέθανε κακήν κακώς. Ας είναι τουλάχιστον ελαφρύ το χώμα του...".

30/10/2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017