Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΜΕ ΛΙΓΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ …



Μόλις βλέπεις το εικονιζόμενο σκίτσο του Αλέξανδρου Τσιούρη, αμέσως η φαντασία σου πάει στην ταχύτητα.

Λες: “Κοίτα πόσο γρήγορα έγινε η γυναικεία μορφή!”.

Βγήκε από μέσα του το σκιτσογράφημα - η έμπνευση της στιγμής.

Είχε ολοκληρωθεί το έργο πρώτα στη φαντασία του καλλιτέχνη.

(Ήξερε τι να κάνει ο Αλέξανδρος - είχε ξεκάθαρη τη σκέψη του, την επιλογή του).

Με λίγες γραμμές, με λίγα στοιχεία, μόνο με ένα πέρασμα χεριού,

χωρίς να γυρίσει πίσω, χωρίς να σβήσει, χωρίς να παιδευτεί πολύ, έριξε το πετυχημένο σκίτσο στο χαρτί.

Στο ερώτημα πώς έγινε το σκιτσογράφημα κι αν είναι εύκολο ή δύσκολο αυτό το είδος ζωγραφικής, ο καλλιτέχνης με τα επαγγελματικά εφόδια που διαθέτει, ξεδιάλυνε την απορία μας:  
  
«Πρόκειται για σκίτσο δυο - τριών λεπτών, φιγούρας που αλλάζει στάση ανά τέσσερα πέντε λεπτά, ενώ έχουν προηγηθεί αρκετά πριν από αυτό και αρκετά μετά.

Η ευστοχία της λιτότητας και της πληρότητάς του, οφείλεται στη σχεδιαστική «προθέρμανση» που προηγήθηκε, στο γενικότερο εκφραστικό ύφος της αφαιρετικής - εξπρεσιονιστικής (υποκειμενικής) ματιάς του ζωγράφου και ο περιορισμένος χρόνος, ο οποίος ενεργοποιεί τα αντανακλαστικά του αισθητικού ενστίκτου, ώστε να επικεντρωθεί στα ουσιώδη μορφοπλαστικά στοιχεία που αναδεικνύουν την γοητεία μίας λιτής και αρμονικής σύνθεσης!

Δεν θεωρείτε εύκολο να αποδίδετε μια μορφή με λίγες γραμμές, απαιτείται συνεχείς επαφή με το σχέδιο, ένα είδος προπόνησης.

Όπως συμβαίνει στο μπάσκετ, όπου η ευστοχία των ελεύθερων βολών είναι αποτέλεσμα συστηματικής προπόνησης!».

Στα ανώτερα, Αλέξανδρε, να ανέβεις πιο ψηλά, σε απάτητες κορυφές, είναι η εγκάρδια μου ευχή!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
07/10/2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.