Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΜΑΡΙΑ



Τη στρίμωξαν κάποια δυσάρεστα, ανυπόφορα, δυνατά γεγονότα, ατυχίες που προέκυψαν στη ζωή της.

Δεν τα άντεξε και σπάραξε.
Σάλεψε η Μαρία.
Μικρή η οικογένειά της, ο άνδρας της με προβλήματα, αδύναμος.., δεν μπόρεσε κανείς να τη συμμαζέψει.
Ξεσκισμένη, άπλυτη, νηστική, απροστάτευτη έμεινε η Μαρία στα σοκάκια του χωριού.
Αν κάποιος συγχωριανός ψυχοπονιάρης της πρόσφερε ένα κομμάτι ψωμί, λίγο φαγητό,

δεν τα έπαιρνε, δεν τα έτρωγε.
Τα νόμιζε φαρμάκι...

Τα πετούσε πέρα, σε μιαν άκρη.
Ούτε ρούχα έβαζε στ' αδύνατο, ψηλό κορμί της απ' άλλο κορμί.
Θύμωνε, αντιδρούσε...!!!
Φοβούνταν τον συνάνθρωπο, δεν σου μιλούσε, κρυβόταν σ' απόκεντρα στέκια. Συχνά χωρίς κανένα λόγο φώναζε σχιζοφρενικά.
Περίεργο, όταν δούλεψα ένα φεγγάρι ως υπάλληλος σε γραφείο της Επαρχίας Κάτω Δρόπολης, η άρρωστη Μαρία, με περίμενε στη βρύση.
Μου φώναζε, η δόλια, δυνατά όταν μ' αντίκριζε:
"Γιώργο, Γιώργο!!!"... κι έφευγε, έφευγε, έφευγε ... προς τις "οβύρες" .
Μ' έκοβε στη μέση η φωνή της. Με μαχαίρωνε. Μ' εξόντωνε σιγά - σιγά.
Την πόνεσα, τη λυπήθηκα εκείνη την περίοδο, την άρρωστη Μαρία, φοβερά. Τόσο που μου 'βγαινε συχνά στον ύπνο σαν εφιάλτης. Μ' άφηνε άυπνο, μ' έβαζε ώρες σε σκοτούρα.
-Τι πρόκειται να κάνουμε για τη Μαρία; - αναρωτιόμουνα συχνά.
Συνομιλώ με τον έπαρχο, του λέω το και το: Όλη την ιστορία της άρρωστης Μαρίας. Τον ευαισθητοποίησα.
Καταλήξαμε από κοινού: Να οδηγήσουμε την Μαρία, για το καλό της, σε Ψυχιατρική Κλινική.
Δε θυμάμαι καλά. Κάπου το δύο χιλιάδες τρία με τέσσερα θα ήταν που συνέβησαν όλα αυτά...,
Η Μαρία ακόμα ζει. Αν ήταν στο χωριό!!!!!!!
Είναι σε βελτιωμένη κατάσταση, την επισκέπτονται συχνά τα κορίτσια της, βλέπει σε φωτογραφία τ' αγγόνια της, χαίρεται μ' αυτά και γελάει...

Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
24/10/2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017