Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΤΟ ΚΟΥΤΣΟΥΡΟ ΤΗΣ ΣΦΑΓΗΣ ΤΟ ΚΕΦΑΛΙ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΑ

(Παρέμβαση)

«Λάθος που σύλλαβαν το Σπύρο Ξέρρα

- του πέρασαν - σαν να ‘ναι εγκληματίας - χειροπέδες -

Αδίκως υποφέρει την προφυλάκιση -

κακώς που βρίσκεται ακόμα πίσω από τα κάγκελα…».  

(Αυτά ακούς να λέγονται καθημερινώς ακόμα και από πολιτικούς αντιπάλους και θυμωμένα άτομα από πιθανά λάθη του πρώην Υπουργού…) 

Για την Αλβανική Δικαιοσύνη:

Όταν στερείς, στη γενικότητα, συνειδητά, ανθρώπινα και μειονοτικά δικαιώματα, χρειάζεται προσοχή στο πώς θα χειριστείς Μειονοτικό. 

Η ανάκριση κάλλιστα μπορούσε να διεξαχθεί με τον «κατηγορούμενο» έξω.  

Ίσως ν’ ανακαλύφθηκε κατάχρηση δημοσίου χρήματος,

χέρι  όμως Υπουργού - υπογραφή - αποτυπώματα, που κοσκινίζονται με μανία από αρμόδιες αρχές, όπως διαρρέει το μυστικό, δεν βρίσκουν πουθενά.   

Την πάταξη διαφθοράς που τη ζητάει επίμονα, σ’ αυτή τη διεφθαρμένη χώρα ως το μεδούλι, ο εξωτερικός παράγοντας, που να ξεκινάει από ψηλά,

θα ήταν καλά η Αλβανική Δικαιοσύνη να την εφαρμόσει παραδειγματικά πρώτα σ’ Αλβανό.

κι έπειτα σε Βορειοηπειρώτη;!

Αυτή η Δικαιοσύνη, ενώ επιχειρεί να πάρει το κεφάλι του Έλληνα…

…αφήνει να κυκλοφορούν ελεύθερα, όσους οπλοφορούν παράνομα, εκβιάζουν διαρκώς, πυροβολούν εν ψυχρό κι είναι φοβερά επικίνδυνοι για το κοινό:

στυγερούς δολοφόνους, εγκληματίες, που βρίσκονται και μέσα στη Βουλή…

Για μας τους Βορειοηπειρώτες συνιστώ:

Μέσα στα θετικά… πάνω στη δουλειά για το κοινό καλό … όσα λάθη κι αν έκανε κάποιος από μας..., είναι ντροπή και αίσχος - σε δύσκολη στιγμή -  να τρίβουμε τα χέρια μας, 

να τον αφήνουμε μόνο του,

ορφανό.

Είναι σαν να τον παραδίνουμε με τα χέρια μας!

Σαν να παραδίδει ο καθένας μας τον δικό του εαυτό…!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

04/03/2016 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.