Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΑ ΠΛΕΚΤΑ ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ

Ακόμα και στα βαθιά γηρατειά ο άνθρωπος θέλει κάτι να κάνει.

Όχι για τίποτε άλλο. Μόνο για να περνάει τον καιρό.

Για ν' αποδείξει κιόλας ότι ακόμα είναι χρήσιμος.

Άλλοι ξηλώνουν ότι πλεκτό τους βγαίνει μπροστά. Και μαζεύουν το νήμα σε κουβάρια.

Η γλυκιά μου μάνα ευτυχώς δεν ξηλώνει άσκοπα. Ότι νήμα βρίσκει τ' αξιοποιεί.  

Συνήθως αγοράζει καινούργιο μάλλινο νήμα και πλέκει μ’ αυτό πούπες, κουκούλες, κάλτσες (ψηλές - κοντές) γάντια.... Ότι δε σου χωράει ο νους.

Τα κάνει δέμα, τα τυλίγει με νάιλον κι έπειτα τα κερνάει.
Τα δωρίζει. 

Τα πλεκτά των χεριών της, για μικρούς και μεγάλους - μονόχρωμα, έγχρωμα - μην σας φαίνεται καθόλου παράξενο... μοιράζονται στους μαχαλάδες του χωριού σε δικούς μας…

Ακόμα και στους "μαχαλάδες" του κόσμου. Πέρασαν και το σύνορο.

Έφτασαν σε Αθήνα…Αμερική, Τσεχία, Καναδά.

"Ανησυχούν" συχνά τη μάνα μου φωνές από την άκρη του κόσμου.  Φίλοι και συγγενείς τη συγχαίρονται.

Της λένε από μακριά το θερμό ευχαριστώ!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
15/01/2016


   

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017