Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΜΟΝΟ Ο ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΞΕΡΕΙ ΠΟΥ ΕΧΟΜΕ ΤΗ ΡΙΖΑ ΕΜΕΙΣ !

Η φήμη της ποιότητας του οδοντιατρείου πέρασε αθόρυβα τη Ζήνωνος, ξεπόρτισε από την πρωτεύουσα...

Κι έφτασε ως τη Γεωργιανή στη Λάρισα.

Όταν η Σβετλάνα εγκαταστάθηκε μονίμως στην Αθήνα και της παρουσιάστηκε  ανυπόφορος πονόδοντος, θυμήθηκε οδοντιατρείο, δρόμο…

Επισκέφτηκε επειγόντως τον Παντελή και τελείωσε δουλειά…

Ήρθε σε επαφή με ανθρώπινη συμπεριφορά, αλλά και με υψηλή ποιότητα που ακουμπάει γερά πάνω στην οδοντιατρική επιστήμη.

Το ένα περιστατικό φέρνει το άλλο:

Ο Τηλέμαχος Κώτσιας, όταν επιχείρησε να προωθήσει για δημοτικό σύμβουλο το γιο του, το Λάζαρο, πάει ν’ αφήσει μερικά φυλλάδια στον παραθάλαμο του οδοντιατρείου του Παντελή Γκόλε.

- Έκανα μαύρα μάτια να σε δω στην πόρτα μου - του λέει χαμογελώντας ο οδοντίατρος.

- Εσύ φταις - του απαντάει ο συγγραφέας - που δουλεύεις ποιοτικά. Τα δόντια, που μου έφτιαξες πριν από 15 χρόνια, κόβουν άφοβα τώρα ακόμα και σίδερο…

Γέλασαν με την ψυχή τους και οι δύο.


Μια ρίζα δοντιού παίδευε πολύ έναν δικό μας κακομοίρη.

Τον πήγαινε από δω σ’ έναν οδοντίατρο, τον έτρεχε από κει σ’ έναν άλλο.

Ξόδευε ο άνθρωπος, αλλά δεν έλυνε πρόβλημα.

Στο τέλος κατέληξε στον Παντελή.

Με την πλούσια εμπειρία και το ελαφρύ χέρι, επενέβη ο οδοντίατρος κι έβγαλε τη ρίζα.

Κατενθουσιασμένος ο ασθενής είπε στον οδοντίατρο, που τον έσωσε, που του πήρε τον πόνο:

"Μόνο εσύ, Παντελή ξέρεις πού έχουμε τη ρίζα εμείς…

Άλλος κανείς!". 


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
24/10/2015


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.