Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο ΝΤΑΗΣ

"Νταή" τον αποκαλούν και νταής είναι στην πραγματικότητα ο Μίχος Τσιάτσιαλης.

Το χωριό δεν κάνει λάθη. Σε χαρακτηρίζει σωστά.

Ο Μίχος μόλις σ’ αντικρίζει από μακριά, προσπαθεί να σε προλάβει. Η επιθυμία του είναι να σε χαιρετίσει αυτός πρώτος…

Συνοδεύει - μάλιστα τον καλόκαρδο χαιρετισμό - και με φαρδύ χαμόγελο.

Όταν τον ανταμώνεις, βγάζει το καπέλο, βάζει κομψά το χέρι του στο στήθος του κι υποκλίνεται μπροστά σου σ' ένδειξη σεβασμού.

Σου σφίγγει δυνατά, μ’ όλη του την ψυχή, το χέρι…

Πέρασε στο μαντέμι όλη η ζωή του.

Με τον κασμά, με το φτυάρι καθάρισε πρώτα μια μύτη βουνού πάνω απ’ το "Ζεστό"… Προχωρώντας…μόλις ανακάλυψε την ποιοτική πέτρα, τις καλές σειρές - έβαλε μπρος και άνοιξε μαντέμι.

Πλάι στων Τσιαμαίων, Μπομπολαίων, Συρμαίων, Μυτιλαίων, Ραϊδαίων, Διαμανταίων, Ντραγκουταίων…

Άλλα μαντέμια ήταν στη "Δολιανή", άλλα στο "Νιάρτσι",  στη "Μουσιαγιάδα", παντού…

Περικυκλωμένη από μαντέμια, από πέτρα, είναι όλη η Δερβιτσάνη…

(Ένα μεγάλο κομμάτι του χωριού έτρωγε ψωμί από τα μαντέμια. Το υπόλοιπο από τους λιθοπελεκητές, τους μηχανουργούς, τους οδηγούς, τους σαμαρτζήδες... Από τα χωράφια και τα αιγοπρόβατα.)

Με το λοστό, τις σφήνες, ανασήκωνε ο Νταής ολόκληρο αλώνι, το ‘σπαγε με τη βαριά και τα τεμάχια τα στοίβαζε. Τα ετοίμαζε για φόρτωμα.

Λένε - μετέφερε την κατατεμαχισμένη πέτρα, ως τ’ ανάλογο σημείο, μ’ ένα μισό κομμένο βαρέλι από λαμαρίνα.

Το οποίο το φόρτωνε ξέχειλα και το σβάρνιζε στην κατηφόρα μ’ ένα ανθεκτικό σχοινί.

Τι μόνος του, τι μ’ αδελφό, τι με παρέα - κατέβαζε το κεφάλι κάτω κι έστρωνε τον πισινό του στη δουλειά …

Δεν είχε πονηριά πάνω του ο Νταής.

Γινόταν πτώμα από την κούραση, όταν οι γραφειοκράτες της επιχείρησης ανάγκασαν το λατόμο - ώστε για να πάρει το μεροκάματο -  να φορτώνει ο ίδιος την πέτρα στο φορτηγό.

Η εξόρυξη, της πέτρας στο λατομείο, απαιτούσε προεργασία.

Άνοιγε ο Μίχος - μ’ ειδικό βελόνι, χτυπώντας το δυνατά με τη βαριά - βαθιές τρύπες στην πέτρα, τις γέμιζε με δυναμίτη κι έκανε την έκρηξη…

Συχνά τον συναντούσες να μπαίνει στο χωριό με τα εργαλεία της δουλειάς δεμένα με κοντοσχοίνι και κρεμασμένα στην πλάτη.

Ίσως να τα κουβαλούσε γι’ άλλη εργασία, στο σπίτι, στο μαχαλά ή κάπου αλλού….

Ο άνθρωπος δεν σιγούσε.

Κάποιο τροπάρι έκανε και το νεκροθάφτη.   

Ο Μίχος κρατούσε ίσο σε γαμήλιο τραγούδι με γύρισμα, καθώς το ‘παιρνε η ωραία παρέα: ο Φώτος Γκούτζος, ο Θωμάς Λίτσιος, ο Περικλής Κύρος, ο Λάκης Ντάκος, ο  Κώτσιος Στέργιος… - όλοι τώρα συγχωρεμένοι - όταν έβγαζαν από το πατρικό τη νύφη…    

Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
26/03/2015

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017

ΓΡΑΜΜΕΝΟ ΜΕ ΠΟΝΟ ΨΥΧΗΣ

Είναι έργο ζωής το βιβλίο «Ο ΤΟΠΟΣ ΜΑΣ, Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΜΑΣ», του Βασίλη ΛΑΧΑΝΑ. Βαρύ σε περιεχόμενο, αλλά και σε όγκο. Βαραίνουν στο χέρι σου, ακόμα κι ως χάρτινο υλικό, οι 321 σελίδες. (Προσθέτεις εδώ και τις 259 ασπρόμαυρες και έγχρωμες φωτογραφίες που συμπεριλαμβάνονται στο έργο και του ανεβάζουν περισσότερο την αξία). Είναι άφθονα, αλλά και σωστά τεκμηριωμένα όλα τα στοιχεία. Στο σφιχτοδεμένο βιβλίο νομίζεις ότι αν ακουμπήσεις ανάλαφρα πάνω στο σώμα του μύτη μαχαιριού, θα δεις να  « ρέει »  αδιάκοπα άφθονο ποιοτικό απόσταγμα. Για το μικρό Βοδίνο, ο Βασίλης, το τέκνο του, μίλησε μέσω τού γραπτού του λόγου, με πόνο ψυχής. Η σωστή συντακτική και ορθογραφική επιμέλεια των Αλκιβιάδη Σ. ΓΚΑΖΙΚΑ και Μάρθας ΤΣΙΟΥΡΗ - ΘΑΝΑΣΗ, προσέθεσαν ομορφιά στις πολύτιμες σελίδες τού βιβλίου. Όταν τελείωσα τη σύνταξη όλου του υλικού, κατέληξα ενθουσιασμένος στο εύλογο συμπέρασμα: ότι από μικρή βατιά, βγήκε μεγάλος λαγός. Σε κάθε σειρά συναντάς την τεράστια υπομονή τ...