Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΠΟΙΟΣ ΝΑ ΜΑΣ ΘΑΨΕΙ ΤΟΥΣ ΝΕΚΡΟΥΣ

Ο Αντώνης Βασίλης είναι ένα σεβαστό, αξιόλογο πρόσωπο.

Ένας από τους πολλούς καλούς μου φίλους. Ένας από τους ήρωές μου, που μου ανοίγουν διάπλατα την πόρτα της ψυχής τους και μπαίνω μέσα.

Πριν από μερικά χρόνια μού εξιστόρησε ένα γεγονός. Βάσει του οποίου τότε έγραψα ένα κείμενο. Ενώ ετοιμάστηκα να το συμπεριλάβω σε βιβλίο, με σταμάτησε.

Με την ιδέα να τ’ αναφέρει πρώτα ο ίδιος. Κατά την ταπεινή του γνώμη, σε μια μαζική συγκέντρωση.

Από τότε άλλαξαν πολλά πράγματα . Δυστυχώς προς το χειρότερο. Κι αναθεώρησε ο Αντώνης πρόσφατα τη στάση του.

Δεν θεωρεί τώρα πια τη δημοσίευση του κειμένου πισώπλατη μαχαιριά…. 

Η είδηση:

Το 2001, όταν επισκέφτηκε την Αλβανία ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου, έκανε μια ιδιαίτερη συνάντηση με τον Έλληνα Πρόξενο, κύριο Καποδίστρια, τον βουλευτή και πρόεδρο της Ομόνοιας, κύριο Ντούλε και τους Υφυπουργούς: Γεωργίας και Υγείας, του ΚΕΑΔ στην τότε κυβέρνηση συνεργασίας με το Σοσιαλιστικό Κόμμα: κυρίους Θωμά Μήτσιο και Αντώνη Βασίλη.

Σκοπός της συνάντησης ήταν να ενημερωθεί ο Αρεοπαγίτης για την κατάσταση που επικρατεί στο χώρο της Εθνικής Ελληνικής Μειονότητας. 

Οι κύριοι: Ντούλες και Μήτσιος, σαν να «είχαν» προ συνεννοηθεί. Ανέφεραν: Στρώνονται δρόμοι στα χωριά μας, κατασκευάζονται γέφυρες, καλλωπίζονται πλατείες… Γίνεται τεράστια δουλειά για τη βελτίωση των δικτύων ύδρευσης και ηλεκτροδότησης.

Αλλάζει, γενικά, η εικόνα του τόπου μας. Κι επηρεάζει ορισμένους μετανάστες να γυρίσουν στα σπίτια τους. Για να επιβιώσουν, συγκροτούν ιδιωτικές επιχειρήσεις…

Το σχόλιο:

Με την ρόδινη παρουσίαση της κατάστασης - ψέμα με ουρά, προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τα λεφτά του ελληνικού δημοσίου, που είχαν «πέσει με το τσουβάλι», όλο αυτό το διάστημα, στον τόπο μας.

Ένα χρώμα του ‘φευγε, άλλο του ερχόταν του Αντώνη Βασίλη. Τ’ αναβόσβηναν τα λαμπάκια απ’ το θυμό. Το ψέμα, που πήγαινε σύννεφο, του ‘σπαγε νεύρα και τύμπανα μαζί...

Όταν κατάλαβε ότι η ενημέρωση έληξε κι ότι οι επίσημοι το 'χαν ρίξει πια στο φαγοπότι, δεν άντεξε.

…Και ξέσπασε:

- Τα χωριά μας, κυρίως στους Αγίους Σαράντα και στο Δέλβινο, αδειάζουν συνεχώς. Μερικά έσβησαν τελείως από το χάρτη. Στα περισσότερα η κατάσταση είναι απελπιστική. Σ’ αυτά τώρα συναντάς μόνο παρήλικες. Στ’ απόμερα, πιάνεις τα κλάματα ...

Δεν έχουμε ποιος να μας θάψει τους νεκρούς;!...

Τηλεγραφικά είπε όλη την αλήθεια. Παρουσίασε την πραγματική εικόνα του τόπου μας. Πέταξε το ψέμα σε κάδο απορριμμάτων. Και ηρέμησε η ψυχή του. 

Θα αναρωτηθείς: 

Πώς ξεστομίζουν χοντρό ψέμα οι πολιτικοί μας;! Δεν έχουν τσίπα πάνω τους, δεν έχουν τύψεις;! 

Συνεχίζεται ομαλά και παραπέρα ο συλλογισμός σου: 

Το ψέμα και οι τύψεις, μπροστά στο να παραδέχεσαι το άδειασμα του τόπου σου, είναι ασήμαντα.

Αφού μας παράτησε, μας άφησε στο έλεος της τύχης η πατρίδα μας, η Ελλάδα, θα μαραζώσουν οι «εκλεχτοί» μας(;!)

Ούτε αγώνα δίνουνε, ούτε και παραιτούνται.

Μόνο καταστρέφουν. 

Και καταστρέφοντας πλουτίζουν ...


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
19/01/2014

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.