Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΚΟΙΜΑΤΑΙ ΜΕ ΑΦΤΙΑ ΣΗΚΩΜΕΝΑ

(Τελειωμένοι κι από ‘δω κι από κει, δυστυχώς)

Δύο στοιχεία - γεγονότα και καταστάσεις - θα ‘ρθουν, σε τούτο κείμενο, αντιμέτωπα.
Είναι οι επερχόμενες δημοτικές και ευρωεκλογές στην Ελλάδα, με τον εξωφρενικό ενθουσιασμό, τις κόντρες και την μεγάλη αγωνία των βορειοηπειρωτών για την εκλογή - προβολή τους και η μικρή μας Πατρίδα - ξεχασμένη με τη λαχτάρα και τη χαμένη ελπίδα για την παραμονή των ελάχιστων εναπομεινάντων στη γενέθλια γης.
1.
Η εκλογολογία, όλο αυτό το διάστημα, υπερτερεί. Το μακρύ και το κοντό του καθενός, πηγαίνει σύννεφο.
Ανησυχητικά τα μηνύματα. Σου λέει υποψήφιος μας: «Τώρα διαπιστώνω, μας βλάπτει σοβαρά η Ιθαγένεια.
Νομίζαμε ότι η Ελληνική Ταυτότητα ήταν δικαιώματα, ισοτιμία. Είναι προδοσία προς τον τόπο μας.
Κακώς που τη δεχτήκαμε». 
Μπαίνουμε πια σαν βορειοηπειρώτες σε εκλογική αναμέτρηση, αλλά το κόμμα, μας θέλει για νεροκουβαλητές.
Να μαζέψουμε ψήφους, χωρίς καμιά ελπίδα εκλογής μας.
Άλλος υποψήφιος, που ταυτίζεται σχεδόν με τη λογική του πρώτου, συγκρίνει το κάθε ελληνικό κόμμα με μυλόπετρα, που πάει να μας αλέσει.
Θα αποτύχουν παταγωδώς οι τροχισμένοι υποψήφιοι μας.
Μαζί με τα στεγνά - δυστυχώς - θα καούν και τα χλωρά.
Γιατί, ανέλαβε - προσωπική πρωτοβουλία - να ενασχοληθεί με τα κοινά, κάθε καρυδιάς καρύδι.
Οι φορείς μας - μόνο σφραγίδες, χωρίς κόσμο πίσω - εξαρτήματα κομμάτων και κέντρων επιρροής σε χέρια τυχοδιωκτών και καριεριστών, δεν βγάζουν τρίχα απ’ το γιαούρτι.
Δεν καθοδηγούν, δεν συσπειρώνουν, δεν εμπνέουν…
Οι πρόεδροι παίζουν κομματικά, για να κερδίσουν προσωπικά. Δεν κοιτάνε πέρα από τη μύτη τους.
Ήρθαμε εδώ, να «αλλάξουμε» το πρόσωπο της Ελλάδας, χωρίς να αλλάξουμε πρώτα το δικό μας.
Το πρόσωπο του ΤΟΠΟΥ μας.
2.
Ενώ, εδώ είμαστε προσηλωμένοι στις εκλογές, στη Δερβιτσιάνη  αλωνίζουν οι ληστές.
Οι βιαστές.
Χτυπάν πόρτες. Δεν απαντάει κανείς! Τότε μπαίνουν σε σπίτια ανενόχλητοι και τα κάνουν γυαλιά καρφιά.
Η γριά μάνα, η δόλια με το φόβο στα κόκαλα, μεσ’ στο σκοτάδι καλεί: «Ελάτε παιδιά μου! Τι θα γίνουμε! Βλέπω να μας τσιμπάει το φίδι!».
Είναι μαύρο το φίδι - κολοβό. Σε τσιμπάει και σε αφήνει επιτόπου, νεκρό…
Οι κλέφτες γνωρίζουν καλύτερα από μας τις πόρτες που παραβιάζουν. Τα στενά και τα μονοπάτια…
Λαχταρούν οι παππούδες πριν νυχτώσει. Γι’ αυτούς… να μην πλησιάσει η νύχτα. Κάθε βράδυ τ’ αφτιά ανοιχτά.
Το χωριό δεν κοιμάται.
Τη νύχτα, κανένα χωριό στη Μειονότητα, δεν κλείνει μάτι ήσυχο.
Κάποιος, σε λίγο να παγώσει από το φόβο, τη στιγμή που διακρίνει στην κάμαρη το καλυμμένο πρόσωπο του ληστή…
Αρκετούς παππούδες μας - πάνω στην αντίσταση - μας τους έφαγαν λάχανο. Τους έστειλαν στην κάτω γης…
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Προκύπτει το αυτονόητο λογικό συμπέρασμα: Από δω κι από κει - αρχηγοί κομμάτων, πρόεδροι Ομοσπονδιών, διαφόρων οργανωτικών δομών, έπαρχοι και λοιποί, με υπερυψωμένη τη γαλανόλευκη, στηρίζουν ανοικτά συγκεκριμένο υποψήφιο ευρωβουλευτή.
«Πιστεύοντας» ότι από τις Βρυξέλλες θα προστατευτούν τα χωριά μας, η μικρή μας Πατρίδα!!!
Όταν η Πατρίδα, που σε έχει κοντά, τόσο κοντά, σε αγνοεί.
Δεν σε προστατεύει.
Σε «σύγχρονες», δύσκολες εποχές, προχωράμε αντάρτικα. Δεν σεβόμαστε τα μηνύματα S.O.S., που εκπέμπει η μικρή μας Πατρίδα.
Όλοι το καταλαβαίνουμε. Ελάχιστοι το λέμε. Κανένας δεν πράττει, για να σταματήσει την κατηφόρα…
Που τελειώνουμε κι από τις δύο μεριές.    

Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
05/05/2014 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

Το 1958, ο 18χρονος Σπύρος ΚΟΥΜΠΟΥΛΗΣ μπαίνει στη φυλακή. Μόλις είχε τελειώσει τη διετή τεχνική σχολή, κι εκείνη την περίοδο, ως βοηθός τραχτερίστα, μέσα στη σκόνη και στο λιοπύρι όργωνε τα χωράφια της κρατικής επιχείρησης. Με τον Γιώργο ΛΕΖΟ από τη Λεσινίτσα και τον Παναγιώτη ΜΠΟΥΖΟΥΚΑ από το Βελιάχοβο, οι τρεις πυροστιά, αγανακτισμένοι, πήραν πάνω στους σβόλους, μια κοινή απόφαση: Να δραπετεύσουν απ’ τη χώρα αυτή, που σου στερούσε την ελευθερία. Είχαν συγκεκριμένο σχέδιο. Οι δύο να περνούσαν στην Ελλάδα, να οργανώνονταν και να γύριζαν ενισχυμένοι πίσω. Με στόχο: να ενώσουν με αγώνα τον τόπο με τον εθνικό κορμό, με την Πατρίδα τους. Ο Σπύρος, που θα έμενε στο Δέλβινο, για να παρακολουθήσει την κατάσταση, μετά τη δραπέτευσή τους, υποσχέθηκε να τους εξοπλίσει με κόκκινες ιταλικές χειροβομβίδες, απομεινάρια πολέμου, που τις έβρισκε στα καλύβια του χωριού του. Οι δύο: Γιώργος και Παναγιώτης, Χριστούγεννα του '57 βρέθηκαν στους Φιλιάτες. Ο ένας μετά τον ά...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017