Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία.

Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι». 

Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του, που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι.

Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι». 

Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι». 

Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί:

«Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα.

Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο και με ρωτάει: Φράγκο, εσύ…, γιατί δε λες από πού είσαι…;

Και μου τράβηξε το αυτί.

Δεν το ‘κανα επίτηδες. Τότε γνώριζα μόνο την καταγωγή μου από το Γεωργουτσάτι. Κι αυτό της είπα. Πού να ‘ξερα ‘γω τι είναι Ελλάδα και τι Αλβανία τότε!

Μετά απ’ αυτό το γεγονός, κουβάλησα στην τάξη μια επιτραπέζια σημαία της Βορείου Ηπείρου. Για όλους ήταν άγνωστη. Μέσα από τις εργασίες μου, απέδειξα σε δασκάλους και συμμαθητές μου, ποιος είναι ο τόπος μου και ποια η καταγωγή μου».

Για να σβήσω την έντονη περιέργεια, μπήκα στο προφίλ του Κώστα. Ασφαλώς, για να τον δω καλύτερα. Να μάθω περισσότερα. Μόλις μπήκα, με μαγκώνει το ζουλάπι… 

…Τον χαίρομαι που σκαρφαλώνει τους βράχους του χωριού. Που κάθεται με κέφι πάνω σε πέτρες γκρεμισμένου ντουβαριού. Που κρατά στην αγκαλιά και χαϊδεύει το αρνάκι, τη γίδα, το σκύλο… Που «σημαδεύει» με κυνηγητικό όπλο «πετροπέρδικες» και «λαγούς» στις πλαγιές του χωριού… 

Έχει αρκετό φωτογραφικό υλικό και από το σχολείο στην Αθήνα. Από τα παιδιαρίσματά του: Τους χορούς σε κλαμπ, τα στέκια σε καφετέρειες με παρέες… Δείχνει ότι αγαπάει τη μουσική, το χορό. (Είναι στο χορευτικό της Δρόπολης και χορεύει αρκετά καλά το Τσάμικο, το Μπεράτι, το Ζαγορίσιο…). 

Τον βλέπεις φορεμένο τσολιά, να κρατάει σφιχτά στα χέρια και να ανεμίζει με πάθος, μπροστά στο Σύνταγμα, τη σημαία της μικρής μας Πατρίδας…

Δεν είχε στολή. Κάθε χρόνο την ενοικίαζε. Πέρυσι το καλοκαίρι έφτιαξε δική του στο Σελλειό. 

Οι συνομιλίες με φίλους του, σε βάζουν να σκεφτείς βαθιά. Κοίτα τι λένε: 

Κώστας Φράγκος - ζουλάπι: Η γεωργία και η κτηνοτροφία είναι κινητήρια δύναμη αυτού του τόπου…
Γιώργος Μπαμπούρας: Ο παππούς μου έχει 250 κεφάλια πάνω στα Ριζά και 5 τσοπανόσκυλα…
Κώστας Φράγκος - ζουλάπι: Πάμε για συνεργασία…!

Από τα δεκαοχτώ του - στην τρίτη λυκείου είναι τώρα - έχει την άποψη ότι η ζωή κοντά στη φύση είναι πιο αληθινή. Αν και σκληρή.

- Θα άφηνα εύκολα την Αθήνα - λέει - να πάω στο Γεωργουτσάτι. Με την προϋπόθεση να εργαστώ, όχι τόσο για τον εαυτό μου, αλλά για να βοηθήσω, να δημιουργήσω στον τόπο μου συνθήκες, για να μπορέσει ο κόσμος να γυρίσει πίσω. Να ασχοληθεί με τα προσοδοφόρα επαγγέλματα της κτηνοτροφίας και γεωργίας. 

Για σπουδές; Έχει στο νου την ιστορία, την αρχαιολογία, τις πολιτικές επιστήμες… Το ζουλάπι ονειροπολεί. Και… καλά κάνει.

Το άγαλμα της Βορείου Ηπείρου, που ανεβάσατε στο διαδίκτυο, με το σχόλιο: Δεν έχεις κανένα δικαίωμα να καταστρέφεις γλυπτά - μου λέει - επιχειρήσαμε με φίλους συμπατριώτες να το καθαρίσουμε από τις βρομιές. Αλλά, δυστυχώς, ήρθε και μας εκδίωξε η αστυνομία.

Γιατί «ήμασταν» βανδαλιστές.

Υστερόγραφο:

Η συνομιλία με τον φίλο μου, Κώστα Φράγκο - ζουλάπι, στο facebook, συνέχεια με αφήνει άναυδο. Με εντυπωσιάζει η ετοιμολογία και η ελκυστική ροή έκφρασης. Και πάνω απ' όλα η ειλικρίνεια. Γραμμένη στα ελληνικά. Όχι στα greeklish, που σε εκνευρίζουν και στη δίνουν στο κούτελο. Ο Κώστας, σου λέει πράγματα ουσίας. Που ξεπερνάνε, κατά πολύ, την ηλικία του. 

Κώστα μου, σε αγαπώ  και σε θαυμάζω!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

25/02/2014

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.