Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΟΥ ΠΑΜΕ ΞΥΠΟΛΥΤΟΙ ΠΑΝΩ ΣΕ ΑΓΚΑΘΙΑ… (;!)



«- Τι έπιασε το Μύτιλη και σημαδεύει με κείμενα - μολύβι κατάκαρδα.

- Γράφοντας σκληρά ίσως να ξεθυμαίνει;! Να βγάζει το άχτι του, επειδή δεν είναι υποψήφιος…».

…Τέτοιου είδους κουβέντες του μύλου, γίνονται προτού δημοτικών κι ευρωεκλογών σε καφενεία της Αθήνας.

Ο κάθε Μύτιλης, ως ανήσυχος πολίτης, υποχρεούται να παρακολουθεί τα ζητήματά μας και να εκφράζει ελεύθερα την άποψή του…

Να περιγράφει τι συμβαίνει. Τη μοίρα του.

Τι περνάει, λοιπόν, στο πετσί του.

Του έβγαλαν την ψυχή, του έσκασαν τα χείλη, έφτυσε αίμα σε 23χρονη ουρά.

Σε ατέλειωτη σειρά μέχρι να γίνει Έλληνας.  

Κι ακόμα… δεν έχει Ελληνική Ταυτότητα.

Θυμάται συνέχεια το πικρό παρελθόν πέρα στο χωριό -  με το σακούλι μια ζωή στο χέρι. Μα… το κακό είναι ότι σε άλλη μορφή συνεχίζεται κι εδώ η ίδια «πλάκα».

Τον τρέχουν μια ζωή πίσω απ’ τα επίσημα έγγραφα.

Στον ΟΑΕΔ αντιμετωπίζει χοντρό πρόβλημα. Αντί της ταυτότητας Ομογενούς,  οι ανίκανοι υπάλληλοι του ελληνικού δημοσίου, του ζητούν διαβατήριο.

Στόχος τους, να του ακυρώσουν την κάρτα ανεργίας. Aν αποδειχθεί, ασφαλώς, ότι επισκέπτεται το χωριό του. Την Μικρή του Πατρίδα.

Παγίδες, καρτέρι του στήνουν συνέχεια σε κάθε στενό.

Πώς να ηρεμήσει τότε… ο κακομοίρης…;!

Μακρόχρονος άνεργος ο κάθε Μύτιλης, μα έχει κι άνεργο παιδί. Που… πάνω στην απογοήτευσή του, τροχίζεται απ’ την Ελλάδα των ονείρων ν’ απομακρυνθεί.

Να φύγει σαράντα θάλασσες μακριά. Να πάει στους μαχαλάδες του κόσμου, σε μακρινό κι αγύριστο ταξίδι.

Η γριά μάνα, τρώει τ’ αφτιά του κάθε Μύτιλη:

«Ο Σαμαράς, τι είναι αυτά που κάνει;! Με το μαχαίρωμα της σύνταξης, μου έκοψε τη ζωή!»

Και λοιπά, και λοιπά και λοιπά…

Καθημερινώς του χτυπάει το τηλέφωνο. Του ζητούν υποψήφιοι στήριξη. Να επηρεάσει με τα κείμενα. Να σπρώξει στο μαντρί τους κόσμο…

Σε κόμμα - εκτελεστή, μόνο για δικό τους κομμάτι.

Ο κόσμος τους αποδοκιμάζει.

Πολιτική κάρτα ή αφίσα υποψήφιου, με αερολογίες - συνθήματα ρουτίνας, το χέρι του δεν απλώνει για να πάρει. Κι αν δεχτεί από "ευγένεια" αυτή την κομματική χαρτούρα -  χωρίς να ρίξει ματιά - σε κάδο απορριμμάτων την πετάει.

Ρε μάγκες, που πάμε ξυπόλυτοι  πάνω σε αγκάθια;! Πάνω στα πουρνάρια;!   

Απορούν οι Ελλαδίτες, βλέποντας ορισμένους από μας, που τον βιαστή μας  στηρίζουμε.

Λένε: «Ο κάθε Σαμαράς τους πετσοκόβει κι αυτοί χαζοχαίρονται».

Η πλειοψηφία του κόσμου μας, με το δίκιο του - απ’ την καλή το ξέρω - μικρά κόμματα αυτή τη φορά θα ψηφίσει. Ένα μεγάλο κομμάτι, ανεπιφύλακτα δηλώνει, ότι θα στηρίξει τη Χρυσή Αυγή.  

Έφαγαν τα κόμματα εξουσίας από μας.

Τρώμε, όμως κι εμείς -  μαζί με τα ρούχα - ο ένας τον άλλο.



Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

07/05/2014

(Η φωτογραφία είναι από το προσωπικό μου αρχείο)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

ΠΩΣ ΠΑΡΕΜΕΙΝΕ Η ΝΤΙΝΑ ΣΤΗΝ ΚΟΡΥΦΗ !

Ήταν το 1978. Μετά από πολυήμερες δοκιμές, νυχτο - ξημερώματα πάνω στο χορό, ο όμιλος γυναικών της Δρόπολης ενόψει του Φολκλορικού Φεστιβάλ τ’ Αργυροκάστρου, ήταν έτοιμος, ν’ ανέβει στη σκηνή. Ασφαλώς, με την αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Με την τέλεια προετοιμασία του, τη δεξιοτεχνία του, θα ενθουσίαζε, στο αρχαίο κάστρο, τους θαυμαστές. Θα τους έκοβε για πολλοστή φορά, ξανά μόνο για λίγο την ανάσα. Ήταν η Ντίνα του Μήλου στην κορυφή. Η καλύτερη επιλογή - πρώτο μπόι, ευλύγιστο σώμα - με προσόντα καλλονής. Η λάμψη όλη πάνω της ... ! Αυτή καθόρισαν οι ειδικοί , αποκλειστικά, να σύρει το δροπολίτικο χορό. Ενώ, όλα ήταν έτοιμα και μετά από λίγες ώρες θα ξεκινούσε η εκδήλωση, ανώτατα κομματικά στελέχη έφεραν αντίρρηση. Παρενέβησαν στο φολκλόρ. Το ανέμισμα του μαντιλιού, δεν το εμπιστευόταν στην Ντίνα. Ως μέλος θιγμένης οικογένειας, δεν άρμοζε να είναι η Νίνα στην κορυφή. Να την έβγαζαν από το χορό; Ήταν πλέον αργά. Να την έβαζαν στο τέλος; Θα φαινόταν ξανά.  Σκέφτηκαν

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. Με τι να σχετίζεται τάχ

ΑΝΟΙΓΟΥΝ ΤΟΝ ΤΑΦΟ ΤΟΥΣ

(Κοινωνικό θέμα) Δεν μπορώ να καταλάβω την πράξη ορισμένων υπερηλίκων σε χωριά της Πάνω Δρόπολης, που καλούν μάστορα κι ετοιμάζει, στα «δυο μέτρα» τους στο νεκροταφείο, τον τάφο τους. Αποφασίζουν, κιόλας οι ίδιοι, να γίνει με γρανίτη ή με μάρμαρο... Για να έχει αντοχή και να μην λερώνεται... Εκτός από τον τάφο, από τις οικονομίες τους καλύπτουν-όταν έρχεται η ώρα-και τα έξοδα της κηδείας τους. Προσπαθώ να μπω στον κόσμο αυτών των ανθρώπων. Στην ψυχολογία τους, στο σκεπτικό τους, στο συναίσθημά τους κι αδυνατώ πραγματικά να συλλάβω την τόλμη τους, τη δύναμή τους. Φαίνεται, το γεγονός που τους αναγκάζει να κάνουν την πράξη αυτή, που τους οδηγεί να φτάσουν στο σημείο αυτό, είναι η ασθένεια της εποχής, που σε μεγάλο ποσοστό το παιδί παρατάει το γονιό. Κι όντας μόνος του, ο γέροντας, έχει χάσει την ελπίδα. Κι έχει αποκτήσει πλέον άλλη αντίληψη για τη ζωή του. Περιμένει χωρίς φόβο, χωρίς άγχος, ήρεμα, φυσιολογικά το θάνατό του. Ετοιμάζει και τον τάφο του.