(Σκιτσογράφημα) Μικρό μ’ έπαιρνε η γιαγιά μου από το χέρι, ανηφορίζαμε στο "Μεσοχώρι" κι επισκεπτόμασταν το κουκλίστικο σπίτι της θείας Κίτσας - στου Κονόμου. Με λαχανόψωμο, 2 - 3 κομμάτια λιπανή, ένα χέρι νωπά σκορδοκρέμμυδα από τον κήπο, μια πλάκα πρόβειο τυρί από το καρδάρι… Τυλιγμένα όλα αυτά σ’ ένα μποχτσιά… Εκεί άκουγα εξιστορήσεις - μου τραβούσε περισσότερο την προσοχή η πολιτισμένη γλώσσα - για την "Καλούτσιανη", τα "Λιθαρίτσια", τη λίμνη, το Κάστρο … Η θεία πονούσε … Δάκρυζε διακριτικά, όταν γινόταν κουβέντα: Για πόλεμο … Για κλειστούς δρόμους ... Για ζωντοχωρισμό… Μόνον όταν μεγάλωσα κάπως, κατάλαβα ότι η θεία μου η Κίτσα ήταν από τα Γιάννενα. Κι ότι γνωρίστηκε με το θείο Αχιλλέα στη Ζωσιμαία Σχολή. Παντρεύτηκαν κι εγκλωβίστηκαν στο χωριό όταν έκλεισε ερμητικά - αμέσως μετά τον πόλεμο - το σύνορο… Άτυχη η θεία Κίτσα - αφού χωρίστηκε, για ζωή πλέον, από τους δικούς της. Τυχερό, όμως, το χωριό, που απ...