Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΧΕΙΡΙΣΤΗΚΕ «TADANO»




Από μικρή ηλικία, η μανία τού Κώστα Ντάκου ήταν τα σίδερα. 

Έτρεχε πίσω από τους μυλωνάδες θείους του: 

Τον Θέμο και τον Κύρο.

Έβαζε τα χέρια σε λίμες, σε κατσαβίδια σε βίδες, σε ρουλεμάν. Σε γράσο.  
 
Μεγαλώνοντας η τρέλα, τ’ όνειρό του ήταν να οδηγήσει αυτοκίνητο.

Του δόθηκε η ευκαιρία να εκπαιδευτεί και να αποκτήσει δίπλωμα οδήγησης όταν πήγε φαντάρος. 

Έπιασε τιμόνι αυτοκινήτου, ξεκίνησε κανονικά να ασκεί το επάγγελμα του οδηγού το 1960 στα βαλιούτα. Ως χειριστής λαστιχοφόρου γερανού δοκιμάστηκε και πέτυχε το 1963 στη Μπίστριτσα κι έκανε αυτή τη δουλειά ώσπου βγήκε στη σύνταξη. 
   
Από τα 38 του χρόνια εργασίας - ως χειριστής βαρέων μηχανημάτων και κυρίως γερανών - τα 17 τα πέρασε πάνω σε «TADANO».
    
Εμπιστεύτηκαν τον χειρισμό γερανού στον Κώστα, βάσει των επιτυχιών του, των αξιών του. Δεν στηρίχτηκαν σε επέμβαση συγγενή είτε φίλου, όπως πρόκειται να νομίζει κάποιος. 

(Με «TATRA» π.χ., που τραβούσε ειδική πλατφόρμα, μετέφερε τότε άνετα τεράστιους εκσκαφείς, βαρεά μηχανήματα. Τα ξεφόρτωνε σε κάμπους, σε βουνά, όπου κατασκευάζονταν εγγιωβελτιωτικά έργα - αρδευτικά δίκτυα, οικοδομές, υδατοδεξαμενές, υδροηλεκτρικοί σταθμοί.). 

Μόνο δύο περιστατικά είναι αρκετά για να καταλάβουμε πολλά:

Σε πρόθυρα έναρξης εθνικού φολκλορικού φεστιβάλ στ’ Αργυρόκαστρο, έπρεπε να τοποθετηθεί μεταλλική σκηνή μέσα στο αρχαίο κάστρο. Ενώ ήταν έτοιμη, χρειαζόταν επειγόντως ειδικός γερανός για να σήκωνε αυτά τα βάρη.

Μόνο με το «TADANO» αντιμετωπίζονταν η εργασία αυτή. 

Άλλος χειριστής τότε δεν πρόκειται να περνούσε, σε τέτοια περιθώρια, σε τόσο στενό χώρο, γερανό.

Ο Κώστας, σε σημεία που δεν τον έπαιρνε, έκλεινε τους καθρέπτες, έβαζε γειρτά δόγες κάτω από τους τροχούς, ώστε να γλιστρήσει λίγους πόντους τ’ αυτοκίνητο. Κάπου, εφόσον εμπόδιζε μ' ελάχιστα εκατοστά το ύψος, ξεφούσκωνε τα λάστιχα ανάλογα και προχωρούσε … 

Ολόκληρη διαδικασία. Σκέψη, αγωνία. Με συνεχόμενες κινήσεις μπρος - πίσω,  πήγε το γερανό στον προορισμό.

 … Υπήρξε το δίλημμα μέσα του: -Μα, καλά τον μπάζω, πώς θα τον βγάλω;! Μην ντροπιαστώ,! Το κατάφερε κι αυτό. 

Το κράτος ταυτοχρόνως, περισσότερο για εργασίες στον τομέα αμύνης, τοποθέτηση οχυρών, εκείνη την εποχή αγόρασε πέντε γερανούς «ΤΑDΑΝΟ». Οι τέσσερις καταστραφήκαν πρόωρα και ολοσχερώς, όταν ο γερανός του Κώστα, έμοιαζε σαν να ‘ταν του κουτιού. 

Σε ειδικό σεμινάριο ο μηχανοδηγός εξήγησε στους συμμετάσχοντες τον τρόπο πώς διατηρεί σ' άριστη κατάσταση το γερανό.

Με τ’ άνοιγμα της Αλβανίας το ’90, ο Κώστας εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Πάνω στην ίδια δουλειά κι εκεί, θαύμασε και χειρίστηκε γιγαντιαίους γερανούς, που νωρίτερα δεν μπορούσε να τους φανταστεί.

Δεν τους χωρούσε εύκολα ο νους του.  
    

Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
25/09/2017

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...