Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΤΑΛΑΝΤΟΥΧΩΝ



(Πινελιά)
 
Όταν ήμουν στο Λύκειο κι είχα ξεκινήσει να γράφω στίχους, έκανα παρέα με τον Βαγγέλη. 

Ας δούλευε σε μηχανουργείο, έγραφε και μετέφραζε λογοτεχνία ποιοτικά.

Ήταν η περίοδος που ανταλλάσσαμε μεταξύ μας ελληνικά βιβλία.

παγορευμένα, αυστηρώς "ακατάλληλα" για εκείνη την εποχή) 

Τα τυλίγαμε μ’ εφημερίδα, τα κρύβαμε κάτω από το σακάκι, για να μην τα ‘βλεπε το κακό μάτι …

Ερχόταν συχνά στο σπίτι μου, τον επισκεπτόμουν κι εγώ. Τότε ήταν που πρόσεξα, σε ξεχωριστό δωμάτιο, πέρα από το σπίτι, βιβλιοθήκη και στούντιο ζωγραφικής.

Στο χώρο αυτό, εμπνεόταν και έφτιαχνε τα ποιήματά του, ο Βαγγέλης. Λίγο πιο πέρα, σε τρίποδο, ο Νίκος ζωγράφιζε τα τοπία του, τα πορτρέτα του…

Κάπου, σε μιαν άκρη, ήταν ακουμπημένη μια κιθάρα ...

Έξω στην μεγάλη αυλή, στρωμένη με μπετό και με πλάκες, ένα μεγάλογο κομμάτι, στην είσοδο, ήταν χωματότοπος, ο μικρός Λευτέρης χτυπούσε τη μπάλα στον τοίχο κι ανησυχούσε τη γειτονιά.

Η Ντίνα μικρούλα κι αυτή, έπιανε από την άκρη το κάτασπρο φουστάνι της και χόρευε ξέγνοιαστα.

Η μητέρα τους, η Κούλα, σ’ άλλο δωμάτιο, «ξεσήκωνε» σε ράλι σχέδια …, κεντούσε σε μηχανή: σεντόνια, κουρτινάκια, τραπεζομάντιλα, μαξιλάρια, την προικιά για νιόπαντρες …

Ολόκληρη η οικογένεια Μήλου, δημιουργούσε καλλιτεχνικά.

Οι ωραίοι άνθρωποι, έχουν την καλαισθησία στο αίμα τους.


(Ο πίνακας ζωγραφικής είναι από τη συλλογή του Νίκου ΜΗΛΟΥ)


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
26/07/2017  

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...