Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΗΔΕΙΑ ΕΝΟΣ ΑΓΩΝΙΣΤΗ

Ο Φώτης Σύρμος ξεχιόνιζε με το χέρι του το γρανιτένιο μνήμα των γονιών του..., σαν να τους πρόσφερε - και μες στον τάφο σε τούτη τη βαρυχειμωνιά - λίγη ζεστασιά.

Χάιδευε κατασυγκινημένος, δακρυσμένος τη φωτογραφία τους, τα καλογραμμένα ονόματά τους με χρυσαφένια γράμματα στην κεφαλή.

Νεκροί - η Κωνστάντω και ο Νίκος - τώρα αναπαύονται μαζί.  

Την περισσότερη συζυγική ζωή τους - απεβίωσαν χωρίς να σμίξουν - την πέρασαν χώρια.

Ο ένας στο χωριό:

Στα  κάτεργα, στην εξορία, στον κατατρεγμό, στην απομόνωση, στη διαφοροποίηση ...

Ο άλλος στην ξενιτιά:

Στον καημό, στο παράπονο, στο μαρασμό, στη βιοπάλη. Για να βολέψει στο χωριό και την οικογένειά του.

Χρόνια στη σειρά, έφερναν το ζεύγος κοντά, μόνο τ' αραιά και αυστηρώς από το καθεστώς ελεγχόμενα γράμματα.

Μετά το θάνατο, το ένωσε ο Φώτης.

Ανέλαβε πρωτοβουλία - με πολυέξοδη δαπάνη - μετέφερε από τη Μελβούρνη κι ενταφίασε - με δεύτερη κηδεία στο νεκροταφείο του χωριού - τα οστά του νεκρού πατέρα του -.

Ο Νίκος, στα τελευταία του - αφού του έγραφαν όλοι οι δικοί του: “Έλα πατέρα στο χωριό, οι καιροί άλλαξαν”, αποφάσισε να ‘ρθει, αλλά δεν πρόλαβε.

Ο τρίτος γιος του, που του μοιάζει πολύ, μόνο το μπόι του δεν έχει, τον έφερε.

Είναι ανατριχιαστική η ιστορία αυτού του ζευγαριού.  

Την ξεφυλλίζεις τώρα - καταχωρημένη με μεράκι στο λιγοσέλιδο, σεμνό βιβλίο: “Ο ΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΗΚΕ” και φουντώνεις από πόνο και αγανάκτηση.

- ο Φώτης όλο το αρχείο το βρήκε φυλαγμένο προσεκτικά από τον τακτικό πατέρα του -.

Διαβάζεις τις συγκινητικές οικογενειακές επιστολές και όχι μόνο, τις αναμνήσεις του πολέμου, τις αναφορές, τα διάφορα σημαντικά ντοκουμέντα ...  κι αισθάνεσαι μέσα σου σαν να σε δέρνουν, σαν να σε χτυπάνε δυνατά σαράντα κύματα.

Το βιβλίο αυτό σου ανοίγει διάπλατα ένα μεγάλο παράθυρο, για να δεις καλύτερα, πιο λογικά τις καταστάσεις. Τα πάντα.

Βασικά την περασμένη εποχή.

Σε βοηθάει να λύσεις απορίες, να μάθεις πράγματα, αλήθειες, που δεν τις ήξερες. Να αλλάξεις εντύπωση. Να πάρεις κιόλας θέση. Και απόφαση.

Γιατί όχι! Να κρίνεις, να αναλύσεις καλύτερα ακόμα και το σήμερα.

Τον κακό, δυσφημισμένο, Νίκο Σύρμο, τον “αποκαταστείς”. Του δίνεις, ακριβώς, την πραγματική του αξία. Του αναγνωρίζεις το πραγματικό αγωνιστικό του ανάστημα.  

Τι κι αν του το αγνόησαν οι κομματικές και κυβερνητικές αρχές της μητέρας Ελλάδας…!!!

Ήταν αγωνιστής με ιδανικά, με όραμα, με στόχους και πάνω απ’ όλα δραστήριος Πατριώτης.

Μέσα του έβραζε ο πόνος, η λαχτάρα για την αγαπημένη ΠΑΤΡΙΔΑ του!

Συνεργάστηκε με κορυφαίους αγωνιστές πάνω στο κίνημα. Στάθηκε έμπιστος, με κάθε κόστος, σε ρόλο συνδέσμου, σε πλευρό Εθνομάρτυρα. Του Αρχηγού της ΜΑΒΗ, Βασιλείου Σιαχίνη.

Μετέφερε μόνο αυτός, ο έμπιστος, τα σημαντικά μηνύματα, τις χρήσιμες πληροφορίες. Ήταν τάφος, δεν έβγαινε μυστικό από το στόμα του.

Σε μια σημαντική συνάντηση, για το θέμα της τύχης του τόπου μας - το ξεκαθάρισμα λογαριασμών με τους Αλβανούς - ο Νίκος εκνευρισμένος, αποκαλεί το Ζέρβα ψεύτη.

Αφού ο Στρατηγός δεν κράτησε το δοσμένο λόγο του.

Η ήρεμη απάντηση του Ζέρβα: “Δεν είμαι εγώ ψεύτης, οι Άγγλοι δεν εγκρίνουν”, έδωσε στο ανοιχτό μυαλό του Νίκου Σύρμου να καταλάβει ότι οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσιζαν για την πορεία, την τύχη του τόπου του.

Ούτε η ΕΔΕΣ, ούτε το ΕΑΜ.

Είναι αδιανόητη η λογική ορισμένων σήμερα, ότι οι αριστεροί κατέστρεψαν, ξεπούλησαν, ενώ οι δεξιοί θα τα έκαναν διαφορετικά. Δηλαδή καλύτερα. Θα έφερναν την ένωση με την Ελλάδα...          

Αυτή η σύγκρουση κι ο αδιανόητος σπαραγμός, γίνεται σήμερα σε έναν καιρό που όλοι μας μαζικά, από μόνοι μας, εγκαταλείψαμε τον πανέμορφο τόπο μας.

Και η πλειοψηφία, μακριά απ’ τη γενέθλια γη, προσποιούμαστε χωρίς ντροπή, τον λυτρωτή, τον φλογερό πατριώτη.

Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
15/01/2017

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...