Ήταν αρχές της αλλαγής του πρώην δικτατορικού συστήματος,
που δεχόμασταν δώρα:
Παλιό ρουχισμό, εκτός
μόδας ή ελάχιστα φορεμένο από ελλαδίτες,
που τον βαρέθηκαν.
Δοκιμάζαμε το
πουκάμισο, το σακάκι, το παντελόνι, τα παπούτσια ...
...ό,τι μας έδιναν.
...ό,τι μας έδιναν.
... Και αν μας έκαναν,
εφάρμοζαν στο σώμα μας, πετούσαμε ...
Ο καθένας μας δοκίμασε
αυτή τη χαρά!
Ο Ηρακλής Σύρμος, μ' ένα σακί γεμάτο από τέτοιο
ρουχισμό, ανηφόρισε στην Κουκούλια και μπήκε στο σπίτι του Θωμά.
Του μεγαλύτερου αδελφού του.
Τ' άνοιξε μέσα σ' ένα δωμάτιο κι
άδειασε τα ρούχα στο πάτωμα.
-Διάλεξε - λέει του Θωμά. - Ό,τι σου αρέσει, σου κάνει, πάρτο! Είναι
δικό σου!
Ένα κοστούμι, σε
καλή κατάσταση, εφάρμοσε τέλεια στο σώμα του.
- Σου 'κατσε μια χαρά! Σου πάει κιόλας - του λέει ο Ηρακλής - σαν να 'ταν κομμένο -
ραμμένο για σένα. Με γεια σου!
Ο Θωμάς δεν άνοιξε
στόμα.
-… Μα δεν άκουσα το
«ευχαριστώ» - ο Ηρακλής.
-Το είχε πει νωρίτερα εκείνος που το πρωτοφόρεσε, ο οποίος σήμερα ίσως να είναι και νεκρός. Κι άλλο "ευχαριστώ" να πω εγώ (;!) - ο Θωμάς.
Γέλασαν και οι δύο... κάπως με παράπονο.
Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
23/12/2106
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου