Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΤΟ ΚΟΥΤΣΟΥΡΟ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΠΕΠΕΛΗΣ...

Το facebook μας έβγαλε και δεύτερη φορά, ο λόγος το λέει, για καφέ με το φίλο μου, συνταξιούχο μηχανικό από τη Λεσινίτσα, Δημήτρη ΚΑΓΙΟ.
Εκείνη την ημέρα μιλήσαμε για αρκετές ανησυχίες. Για το πώς πρόκειται, ένα - ένα από αρμόδιο φορέα, να λύνονται τα προβλήματα.
Σταθήκαμε μόνο σε' ένα βασικό. Στον ανεφοδιασμό με πόσιμο νερό της Δρόπολης.
Λέγαμε, ότι αν κάποιος ιθύνοντας είχε λίγο μυαλό, αλλά και θέληση, το μπόλικο νερό του Σελλειού και άλλων πηγών, σίγουρα θα τ' οδηγούσε μέσα σε λίγα χρόνια - μετά την αλλαγή του συστήματος - στο τελευταίο χωριό της περιοχής, στη Δερβιτσάνη.
Και, πάνω απ' όλα, σ' ελεύθερη ροή.
Σιγά - σιγά θα έκανε αυτή τη δουλειά. Πρόσθεσε σωλήνα φέτος, ξεδίψασε μερικά χωριά. Προχώρα πιο πέρα την επόμενη, την μετεπόμενη.
Βάσει ενός καλά μελετημένου σχεδίου.
Στα 26 χρόνια, μην βγει κανείς και μου πει ότι το έργο αυτό δε θα είχε τελειώσει;!
Κι έγιναν όλα αυτά τα χρόνια κολοσσιαία έξοδα:

Σωλήνες από δω, κανάλια από κει. Μεταφορές, μετακομίσεις. Ράβε - ξήλωνε στα εσωτερικά δίκτυα των χωριών. Κάνε γεωτρήσεις, αγόρασε υποβρύχιες αντλίες, επισκεύασε βλάβες, πλήρωνε ρεύμα...
Χωρίς ρεύμα μείνε και χωρίς νερό...
Ενώ θα είχαν πνίγει τα χωριά στο νερό, τώρα ακόμα διψάνε.
(Υπογραμμίστε: Δεν το επέτρεπαν να γίνει αυτό το υδραγωγείο τα συμφέροντα).
Κι ακούμε:

Ο ένας λέει ότι έχει πρόγραμμα να φέρει το νερό στη Δρόπολη από το απόμερο Πωγώνι.
Ο άλλος διατυμπανίζει ότι έχει πρόγραμμα κι αυτός, να φέρει το νερό από το Μάντζιφα της Επισκοπής...
Η Πέπελη - καταγωγή της γυναίκας του φίλου μου, του Δημήτρη, έχει ένα κούτσουρο, στο Μοναστήρι, που βοηθάει το σαλεμένο, τον τρελό.
Τον φέρνει στα καλά του.
Όσους ψηφίζουμε και τους εμπιστευόμαστε το μέλλον μας και των παιδιών μας, πρέπει να τους πάμε εκεί, στο κούτσουρο του Μοναστηριού.
Για να τους έρθουν - αν τους έφυγαν - τα μυαλά στον τόπο.

Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
31/10/2016

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...