Έφτιαχνε με τα χέρια του χωνί μπροστά στα χείλη του κι "έπαιζε" άνετα κλαρίνο.
Σε προειδοποιούσε, ο μπάρμπα - Νάσιος, με τον όμορφο ήχο, που έμοιαζε της πέρδικας, ότι έφτασα κι είμαι εδώ,
έξω από την πόρτα του σχολείου σας.
έξω από την πόρτα του σχολείου σας.
Κι εμείς, τότε μαθητές, στο μεγάλο διάλυμα τον επισκεπτόμασταν κι αγοράζαμε - κατά περίοδο - στεγνά νόστιμα σύκα, (με ένα λεκ το ένα),
γλυκά ρόιδα, (5 λεκ τα μικρά, 10 τα μεγάλα, παλιά), κυδώνια που μοσχοβολούσαν, πορτοκάλια...
γλυκά ρόιδα, (5 λεκ τα μικρά, 10 τα μεγάλα, παλιά), κυδώνια που μοσχοβολούσαν, πορτοκάλια...
Ο ψηλός γεμάτος άνδρας με τσαλακωμένο καπέλο, την "πραμάτεια" του την κουβαλούσε σε σακί....
Φθινόπωρο, χειμώνα - αρκετούς μήνες στη σειρά - αυτή τη δουλειά έκανε.
Μ' έσπρωξε η περιέργεια κι ήθελα να μάθω κάποια στιγμή από πού κρατούσε η σκούφια του.
Όταν τον ρώτησα, μου απάντησε πρόθυμα:
"Είμαι από κει που λαλάει η πέρδικα".
Τι ωραία απάντηση, αλλά έλα και να βρεις τον τόπο..."...κει πουλαλάει η πέρδικα...".
Ήταν από τη Μουζίνα, (το διαπίστωσα αμέσως μετά), που έχει πολλές πέρδικες, μάλλον και πετροπέρδικες.
Στο τραγούδι τους, ο μπάρμπα - Νάσιος, ήταν μια επιπλέον όμορφη φωνή.
Στις πλαγιές, στους βράχους, στα ρυάκια, στις κλεισούρες, στην ποταμιά, στα δάση...
Μέσα στο μουντό πράσινο της παρθένας φύσης.
Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
18/09/2016
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου