Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΤΣΗΣ

(Με όλη τη σημασία της λέξης ΚΥΡΙΟΣ)

Είχε προτερήματα, που δεν τα βρίσκεις στον καθένα μας.

«Ήταν επιλεκτικός - λέει ο Χρηστάκης Τζούμπης, δύσκολα να σ’ έκανε φίλο.

Αλλά…, από τη στιγμή που σε δεχόταν, σε αισθανόταν αδελφό».

Πάλεψε κι έφτιαξε πρώτα μέσα του τον καλό άνθρωπο κι έπειτα τον πετυχημένο χειρουργό.

Χιλιάδες χειρουργικές επεμβάσεις αντιμετώπισε στα 35 του χρόνια εργασίας.

Στον ίδιο θάλαμο μερικές δεν γίνονται ακόμα και σήμερα.

Σε άνθρωπο που δεν κολλάει τρίχα πάνω του, συναντάς πολλές αρετές. Κι επιθυμείς να τον μιμηθείς!

Θέλεις να είσαι κι εσύ σεμνός, υπεύθυνος, επικοινωνιακός, ήρεμος, σοβαρός, σίγουρος... Μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα, όπως εκείνος. Την οποία το πρώην άσπλαχνο σύστημα δεν την υπολόγιζε.

Τον πίεσαν κάποια στιγμή: « Ή φέρνεις τα λεφτά του πατέρα σου από το εξωτερικό ή πηγαίνεις και δουλεύεις στο χωριό!».

Ο Γιώργος ΚΑΤΣΗΣ ήταν με όλη τη σημασία της λέξης, ΚΥΡΙΟΣ.

Σε καταβρόχθιζε με το γλυκύτατο βλέμμα του. Με την ελκυστική του εμφάνιση. Σε γιάτρευε - λένε πολλοί - με το λόγο του και το χαμόγελό του...

Με τη συμπεριφορά του, την ομορφιά της ψυχής, την καλοσύνη του... άπλωνε ίσκιο παντού.

Όταν εγκαταστάθηκε στ’ Αργυρόκαστρο, πήρε για «μυρωδιά» από το πατρικό του σπίτι μόνο τη φωτογραφία των γονέων του, φτιαγμένη στην Αμερική.

Όσο ψηλότερα ανέβαινε στο επάγγελμά του, αποκτούσε κύρος, έφτιαχνε τη ζωή του καλύτερη, τόσο περισσότερο θυμούνταν τον μικρό Γιώργο με το κοντοπαντέλονο ραμμένο από κομμάτι ιταλικής κουβέρτας.

Έδινε απλόχερα στον άλλο, χωρίς να περιμένει τίποτε απ’ αυτόν.

Στο νοσοκομείο της πόλης μας ήταν η συνέχεια του οράματος του Βασίλη του Μεγάλου και του Βασίλη του Μικρού...

- Θέλω τη μάνα σου, είπε του Γιώργου ένας χειρουργημένος ασθενής, την ώρα που τον εξέταζε, τον πρόσεχε αργά τη νύχτα.

- Γιατί;

- Για να της φιλήσω τα χέρια και να τη συγχαρώ, που έκανε εσένα, το σωτήρα της ζωής μου...

17 ολόκληρα χρόνια τώρα μακριά μας, μας λείπει, έφυγε στα 62 του από ανακοπή καρδίας, με το νυστέρι στο χέρι. Προσέφερε στον συνάνθρωπό του μέχρι την τελευταία του στιγμή.

Έτσι ήταν γραμμένο…!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
22/07/2016





Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...