Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

«ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΝΑ ΜΑΣ ΤΗ ΦΕΡΕΤΕ ΣΠΙΤΙ!»

Χθες κηδεύτηκε ένας κοντοχωριανός, που έφυγε νωρίς απ’ τη ζωή…

Κι άφησε στις καρδιές μας μεγάλο κενό.

Τεράστια θλίψη.

Καινοτόμος στη δουλειά, με τετράγωνη σκέψη και με ωραία συμπεριφορά, ο Ηλίας Σούτζιος.

Εκτός των άλλων… λάτρευε πολύ και τη μουσική.

Είχε λόξα με τα μουσικά όργανα.

Ένα έπιανε, άλλο άφηνε…

Κέντησε με τα χρυσά του χέρια - με μια λίμα… - το μπουζούκι του, το κλαρίνο του, την κιθάρα του.

Έφτιαχνε μαζί με τον πατέρα του - είναι άλλη ιστορία ο Τάκης - μουσικά όργανα…

Ο ευπαρουσίαστος, καλοσυνάτος, γλεντζές, Ηλίας, με φλέβα καλλιτέχνη, μουσικό αφτί, ερμήνευε καταπληκτικά τραγούδια αγάπης κι έπαιζε παθιασμένα κιθάρα…

(Αργότερα έπαιξε ακορντεόν, βιολί, κλαρίνο...)

Καθώς τον έβλεπες να παίζει με μισόκλειστα μάτια, σου ‘δινε την εντύπωση ότι γινόταν όλος μουσική.  

Στα πέτρινα χρόνια είχε το μυστικό μουσικό στέκι μέσα στα σπαρτά.

Σε σπαρμένους αγρούς με γεωργικές καλλιέργειες…

Στο βάθος του Αμεραλή.

Εκεί με συνομήλικούς του, χωρίς να τους ακούσει κανείς - ήταν δύσκολοι καιροί, καραδοκούσε ο κίνδυνος - τραγουδούσαν τα υπέροχα τραγούδια του Αντώνη Καλογιάννη…

«Αχ, Αννούλα του χιονιά», «Άνοιξε το παράθυρο», «Κάντε κουράγιο»…

Στα μάτια του έλαμπε μια αγάπη, μια χαρά που δεν κρυβόταν εύκολα.

Δεν κρύβεται με τίποτε η αγάπη για τη ΜΑΝΑ σου;!

Αγαπούσε την πατρίδα του, την Ελλάδα τρελά κι ας τον ταλαιπωρούσαν, όπως όλους μας, οι Ελλαδίτες.

Έφυγε από τούτον γυάλινο κόσμο, χωρίς να πάρει ελληνική ταυτότητα.

- Δεν τρέχω άσκοπα, δεν πληρώνω άδικα αυτό που είμαι, είπε σε ελλαδίτη διπλωμάτη στ' Αργυρόκαστρο.

Την ελληνική ταυτότητα είναι υποχρέωσή σας, εμάς των Βορειοηπειρωτών, να μας την φέρετε στα σπίτια μας...   

Στο τελευταίο του ταξίδι τον κοινωνικό, τον αγαθό, τον καλοσυνάτο Ηλία Σούτζιο, τον συνόδεψε πλήθος κόσμου από παντού.

Τον κατέβασε κάτω στη μάνα γης ο πένθιμος ήχος του κλαρίνου του…


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
05/03/2015


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

ΠΡΟΒΟΛΗ

Αν ...  χορός, τραγούδι και στολή βάζαν ψηλά τον πήχη. Θα 'ταν τεράστια η προβολή,  του τόπου στον πλανήτη. Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ  27/09/2017

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...