Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΣΟΒΟΥ…

Όταν ζεις έντονα μια κοινωνία, είσαι συνάμα κι αγωνιστής, τότε η συμμετοχή σου σε δημόσιο διάλογο έχει ορισμένο βάρος.

Ο λόγος σου είναι αξιοσέβαστος κι αξιοπρόσεκτος.

Τ’ «ότι συμβεί στο Κόσσοβο», (το κείενό μου δηλαδή) το έστυψε καλά ο Κώστας Ζαφείρης και τ’ απόσταγμα δεν τ’ άφησε να πέσει χάμω.

Το πήρε και το ‘κανε πετυχημένο σχόλιο. 

Με το οποίο, εμένα προσωπικά, με φώτισε περισσότερο.

Κοίτα τι λέει ο Κώστας κι εγώ μένω  άναυδος:

«Πριν φύγει για τη Γερμανία ο φίλος μου, Φώτης Τσούτσης, καθίσαμε μαζί σε γνωστό στέκι στην πλατεία Αττικής για να πιούμε με πόνο το ποτήρι του αποχωρισμού…

Εκεί βρήκαμε τα «κεφάλια» των Ριζών (Αγίων Σαράντα).  Είχαν μαζευτεί να ιδρύσουν φορέα.

Την Ομοσπονδία της περιοχής.

Τρωγοπίνοντας στην ψησταριά, τα παιδιά τα είχαν κανονίσει όλα ... μια χαρά. Σ’ ένα δύσκολο σημείο, σαν σε ρόζο, τους έχει μείνει το καρφί. Το χτυπούσαν δυνατά, αλλά αυτό δεν προχωρούσε με τίποτε.

Τους "λύγιζε" το καρφί…

Δεν κατέληγαν εύκολα στ’ όνομα. Χαχαχαχα… είναι να μην γελάς;!

Ήταν Δευτέρα, δεν μου βγαίνει από τη γνώμη με τίποτε εκείνη η τσουχτερή μέρα. Στις 17 Φεβρουαρίου ακριβώς, την προηγούμενη, οι Κοσσοβάροι είχαν ανακηρύξει την ανεξαρτησία τους.

Δεν άντεξα. Σηκώνω τη φωνή, έτσι όπως ήμουν καθισμένος στο τραπέζι μου, και τους λέω:

- Κάποιοι με αγώνες χθες κέρδισαν την ανεξαρτησία τους. Εσείς τρωγοπίνοντας δεν τα βρίσκεται στην ονομασία…

… Μου είπαν όσα σέρνει η σκούπα, αλλά τουλάχιστον γλίτωσα το ξύλο της αρκούδας».

Όταν είσαι ανύπαρκτος, μην περιμένεις να σε σώσουν άλλοι.

Τον ανίκανο δεν τον σώζει ούτε η Μάνα του …

Δεν μπορεί…!!!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

24/07/2015

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...