Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΣΤΟ ΣΩΜΑ ΜΑΣ ΠΟΝΑΕΙ Η ΠΛΗΓΗ ΣΟΥ

(Απόσπασμα από αφιερωμένο κείμενο στον Χρήστο Κολλά, που συμπεριλαμβάνεται στο βιβλίο «Εγκατάλειψη»).

Το 1997, όταν το αλβανικό κράτος διαλύθηκε εντελώς και το καθετί έπεσε σε χέρια μαφιόζων, συμμοριτών, που σκότωναν, βίαζαν, έκλεβαν, έκαιγαν, έφερναν άνω - κάτω τα κρατικά αρχεία..., κατάλογοι με ονόματα συνεργατών των μυστικών υπηρεσιών, βρέθηκαν σπαρμένοι πέρα - δώθε στους δρόμους της πόλης τ’ Αργυρόκαστρου.

Τυχαίοι διαβάτες έσκυβαν, μάζευαν τα πολυκαιρισμένα χαρτιά και με δυσκολία άρθρωναν ονόματα «μπιτσουνιών».

Οι πληροφορίες λένε ότι τους καταλόγους αυτούς, τους συμμάζεψαν με ταχύτητα υπάλληλοι του  Ελληνικού Προξενείου Αργυρόκαστρου και τους εξαφάνισαν.

Πάνω στο συμμάζεμα ο Χρήστος Κολλάς, σωματοφύλακας τότε του Νικόλαου Κανέλου, πρόσεξε πολλά ονόματα συγχωριανών καταδοτών.

-Τα περισσότερα τα γνώριζε ο ίδιος από παλιά -.

Από κάποια πρωτάκουστα πρόσωπα, που τα καμαρώνουμε, τα προωθούμε σε αξιόλογες θέσεις, του έγινε το αίμα νερό.

Παρόλο που τον συμβούλεψαν να το ράψει, του διέρρευσε το μυστικό.

Όλη η αλήθεια στην εξομολόγησή του στο Δικαστήριο για τη δολοφονία του άτυχου Μαρκάκη, μετά και η διαρροή των «μυστικών ονομάτων», ίσως να είναι μια από τις πολλές αιτίες της ψυχρής δολοφονίας του.

Λένε ότι κάποιοι πλήρωσαν ένα χέρι για να πατήσει μια σκανδάλη φονικού όπλου και να αφαιρέσει μια ζωή.

Αυτή του άτυχου Κολλά. 

Για να του κλείσουν, μια για πάντα, το στόμα.

Εκείνη την περίοδο παράγινε το κακό. Βάφτηκε με αίμα το Ελληνικό Προξενείο τ’ Αργυρόκαστρου.

Κι όμως δεν μπήκε αγκάθι κανενός.

Την αλήθεια τη σκέπασε το χώμα.

Την πήραν μαζί - στον τάφο - τα φονευμένα νεκρά σώματα δύο παλικαριών.

Του Μαρκάκη και του Κολλά.


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΞΣ

27/06/2015

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...