Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΣΚΙΟ ΤΗΣ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ

«Φρέσκος» κάτοικος της Αθήνας, γι’ αρκετό καιρό έχανα τον άγιο μου στις κινήσεις μου.

Προπάντων στο κέντρο, στην πλατεία Ομονοίας.

Δεν ήξερα πού πέφτει η Ακρόπολη και πού ο Λυκαβηττός… 

Ο ήλος μου ‘μοιαζε σαν ν’ ανέτειλε ανάποδα.

Είχα χάσει εντελώς τον προσανατολισμό.

Μόλις έπιασα δουλειά κι ενοικίασα διαμέρισμα, πλάκωσαν συγγενείς και φίλοι.Παρατούσα τότε τ’ αναγκαίο πενιχρό μεροκάματο και τους ξεναγούσα σε ιστορικά μουσεία, σε αρχαιολογικούς χώρους, αλλά κυρίως στην Ακρόπολη.

Θα πικραινόμουν, θα αισθανόμουν άβολα, αν τυχών έφευγε κανείς, χωρίς να δει τον Παρθενώνα.

Εκείνη την περίοδο - με φίλο μου Ελλαδίτη από την Πλάκα - σ’ ελεύθερο χρόνο, πότε πίναμε παρέα καφέ στου Ψειρή και πότε τρώγαμε σουβλάκια στο «Μπαϊραχτάρη».

Του ομολογώ την πράξη μου, την συμπεριφορά μου, για να δω τι θα πει ... Μετά από μια περίεργη ματιά, μου λέει κάτι που ακόμα δεν μπορώ να τ' αντιληφθώ:

«Σοβαρά παρατάς το μεροκάματο και κάνεις αυλή κι αλώνι την Ακρόπολη;! Ζω κάτω από τον ίσκιο της και δεν την επισκέφτηκα ποτέ. Τι ... , να πάω να δω πέτρες…!».

Σιώπησα, για να μην γινόμασταν από δεκαοχτώ χωριά χωριάτες…

Δεν ξέρω γιατί αυτομάτως εκείνη την ημέρα ο νους μου πήγε στους πολλούς ανιστόρητους Ελλαδίτες που, όταν τους απευθύνεις το ερώτημα:

«Τι είναι η 25η και τι η 28η  Οκτωβρίου;!». 

Δεν ξέρουν τι να πουν. Σηκώνουν τους ώμους…τα χάνουν καντάρια.

Περίεργο…, να μπερδεύουν ακόμα και τις Εθνικές Γιορτές … Πάρτο με το νου σου τι συμβαίνει όταν δεν γνωρίζεις την ιστορία του τόπου σου…

Ακόμα και όταν δεν παίρνεις τον κόπο να επισκεφτείς την Ακρόπολη, όταν καθημερινά έρχονται με μεγάλη περιέργεια και τη βλέπουν χιλιάδες κόσμος απ' όλο τον πλανήτη …


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
07/04/2015

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...