Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

«ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΧΕ ΑΝΟΙΞΕΙ Η ΚΑΚΑΒΙΑ…»

Είναι παρεξηγήσιμος ο τίτλος.

Τ’ αντιλαμβάνομαι…

Προκαλεί πολύ…

Σ’ αποτρέπει στη νοσταλγία για το πρώην δικτατορικό καθεστώτος.

Στην επιθυμία για σύνορο κλειστό και στην απόκλιση της επαφής με την μητέρα Πατρίδα.

Όμως δεν είναι έτσι...,

άλλα εννοώ εγώ...

Ο τίτλος είναι δανεισμένη έκφραση.

Παρμένη από παρήλικες, που την έχουν στην κόχη της γλώσσας κι ερμηνεύουν το ζήτημα διαφορετικά…

Σου τη λένε όλο παράπονο οι καημένοι από το πρωί με την καλημέρα του Θεού. Μόλις ανοίγουν το στόμα και ξεκινούν μαζί σου κουβέντα.

…Και συνεχίζει η εμμονή τους.

Σου εξηγούν:

«Τ’ άνοιγμα του συνόρου ξεμυάλισε τον κόσμο.

Πήραν οι νέοι το σακάκι κι έφυγαν. Εξαφανίστηκαν. Έγιναν καπνός…

Παράτησαν γονείς, σπίτια, χωράφια…το χωριό… την Πατρίδα

Τις περιουσίες…

Έχουμε στρωμένο το τραπέζι, μ’ όλα τα καλά εμείς οι παλιοί σήμερα, δεν κλαιγόμαστε…

… Αλλά έχουμε, δυστυχώς, ξέστρωτη την ψυχή…

Την καρδιά χωρισμένοι στα δύο;!

Μισή από δω, μισή από κει;!

Αφού μας έφυγαν τα παιδιά, μας άδειασε ο σουφράς...!»

Αυτά απ’ τους παρήλικες…

Τώρα τι λέω εγώ:

«Αν σκεφτόμασταν ορθολογικά, απ’ την πρώτη στιγμή της ανατροπής του πρώην συστήματος, θα δρομολογούσαμε, σίγουρα, καλύτερες λύσεις.

Με στόχο: Ένα σημαντικό κομμάτι των ανθρώπων μας να έμενε άνετα μ’ απασχόληση στον τόπο.

Να εκμεταλλευόμασταν το γόνιμο κάμπο, τα βοσκοτόπια, τις πιθανότητες για επιχειρηματική δραστηριότητα…

Μεν φύγαμε από τον τόπο, αλλά κι από μακριά του κάνουμε μεγάλη ζημιά.

Όσοι είναι χρεωμένοι σε τράπεζες, σ’ εφορία… στην Ελλάδα της δύσκολης κρίσης κι έχουν στο λαιμό φορεμένη θηλιά, για να την βγάλουν, παλεύουν να ξεχρεωθούν.

Για να λύσουν το πρόβλημα, πουλάν το σπίτι, το χωράφι…, που έχουν στο χωριό σ’ αλλόθρησκους, σ’ αλλοεθνείς.

Αλλοιώνουμε έτσι, σιγά - σιγά, πόντο - πόντο, με τα ίδια μας τα χέρια, τον τόπο μας.

Ξεπουλάμε φτηνά την Πατρίδα μας…

Κακά ξεμπερδέματα…

… Σε καιρό δημοκρατίας, ελευθερίας…, σ’ εξελισσόμενη εποχή όλα αυτά.

Μ’ ανοιχτή την Κακαβιά...»


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

14/02/2015

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...