Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΒΑΘΙΑ Η ΡΙΖΑ ΤΗΣ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΣΗΣ

(Ας ήμαστε ρεαλιστές…)

Διατυπώνω, απ’ την αρχή, την άποψή μου, για τη σχέση ανάμεσα Αλβανών και Ελλήνων Βορειοηπειρωτών.

Για τον ισχυρό αυτό δεσμό μεταξύ μας.

Της μπηγμένης βαθιά, από πολύ παλιά, ρίζας φιλίας και συναδέλφωσης. 

Διαπιστώνω ότι είναι αδιάρρηκτος αυτός ο δεσμός.

- Όσο κι αν θέλει κανείς, δεν τον διασπά εύκολα και με τίποτε -.

Εξηγώ πρακτικά. Ξεκινώντας, πρώτα, απ’ τη σχέση που έχει με τους Αλβανούς η σκεπή μου:

Η γυναίκα, που βρίσκεται περίπου 28 χρόνια στο πλευρό μου κι έφερε στη ζωή το μοναχογιό μας, είναι Αλβανίδα.

Δηλαδή η μικρή μου οικογένεια είναι ένα μείγμα: Από Ελλάδα κι Αλβανία.

Πολλοί Αλβανοί είναι στενοί, αδελφικοί μου φίλοι.

Με συνέδεσαν μ’ αυτούς οι σπουδές, οι δημόσιες σχέσεις, οι συνεργασίες, οι παντρειές, οι κουμπαριές…

Άνθρωποι, απ’ τον κορμό της φυλής μου - τον στενό μου κύκλο - είναι από παλιά σκορπισμένοι σ’ όλη τη χώρα…

Στη σύγχρονη εποχή, μετά το ’90, παρατηρούμε το νέο φαινόμενο, τη συγκεκριμένη πραγματικότητα:

Χιλιάδες Αλβανοί μετανάστες εργάζονται στην Ελλάδα και δεν ξέρουν καν αν θα επιστρέψουν ποτέ στην πατρίδα τους.

Από την άλλη μεριά, πολλοί ισχυροί Ελλαδίτες, τα επιχειρηματικά τους συμφέροντα τα έχουν στην Αλβανία… Και δεν μπορούν να προβλέψουν τη διάρκεια της παραμονής τους στη γειτονική χώρα…    

Λοιπόν, η ρίζα της συναδέλφωσης και της ομαλής συνεργασίας, μπήγεται πιο βαθιά τώρα. Και το δέντρο της συναδέλφωσης μεγαλώνει και ανθίζει περισσότερο.

Παλιούς εθνικιστικούς χάρτες, που αναστατώνουν, προκαλούν σύγχυση, χωρίζουν, δεν ενώνουν τα έθνη, τους υψώνουν μοιραία μόνο οι ανιστόρητοι. 

Όσοι γνωρίζουν καλά το παρελθόν, το παρόν κι οραματίζονται την Ευρωπαϊκή προοπτική, αλλά και την παγκοσμιοποίηση, δεν σκοπεύουν να επεκτείνουν τα σύνορα στα λάβαρα.

Φαρδαίνουν πρακτικά την έννοια της συναδέλφωσης, της αγάπης, της συμβίωσης ανάμεσα στους λαούς κι εξοντώνουν μέσα τους τη στενή έννοια και ιδέα του μίσους, της έχθρας…    

Διατυπώνω όλα αυτά, χωρίς ν’ αποχωριστώ, ούτε στιγμή την εικόνα τρόμου και φρίκης της προηγούμενης Τρίτης στο χωριό μου, που έσπρωξαν επιτήδειοι, δυστυχώς, τις δύο εθνότητες, σε πρόθυρα μακελειού. Σε πιθανή σύρραξη…

Αναρωτιέμαι κι απορώ:

- Ποιος θα σκότωνε ποιον εκείνη τη νύχτα;! Τη γυναίκα μου εγώ;! Ή αντιστρόφως;!

Κοίτα τι γίνεται!!!  


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
22/10/2014


(Η φωτογραφία είναι από το προσωπικό μου αρχείο:

Mε το πανέξυπνο βαφτιστήρι μου, τον Αρμάντο, που το θεωρώ ως δεύτερο γιο μου. Και τον υπέροχο πατέρα του, τον Ilir.)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...