Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΟΤΑΝ ΒΡΕΧΕΙ ΣΤΗ ΣΚΟΔΡΑ, ΦΕΥΓΟΥΝ ΤΑ ΦΩΤΑ ΣΤΗ ΔΡΟΠΟΛΗ

Αν υποστείς τις καθημερινές διακοπές του ηλεκτρικού στη Δρόπολη, κυρίως τη νύχτα, όσο υπομονετικός κι αν είσαι, θα σου σπάσουν τα νεύρα…

Μια ζωή αυτή η δουλειά. Και σε όλη τη διάρκεια της χρονιάς. Στο μονισμό και στη δημοκρατία.
 
Ο κόσμος σατιρίζει την κατάσταση - μπάχαλο με την έκφραση:

«Όταν βρέχει στη Σκόδρα, φεύγουν τα φώτα στη Δρόπολη».

Και σκάει στα γέλια από το κακό του…!

Αργυροκαστρίτης εργαζόμενος στη Δρόπολη λέει στ' αφεντικό του: «Η πόλη έχει ηλεκτρικό. Έχει ακόμα και το Λιαζαράτι, που δεν πληρώνει. Μόνο εσείς δεν έχετε.

Κι ας καλοπληρώνετε…»

Εδώ, σε μας, ασκείται συγκεκριμένη πίεση, για να μπει λουκέτο στις λίγες βιοτεχνίες μας, που αντιστέκονται.

Αφέθηκε σκοπίμως ρημαδιό το ηλεκτρικό δίκτυο. Αυτό το λένε έμπρακτα τα χειροπιαστά στοιχεία: Η περιοχή ανεφοδιάζεται με τα φθαρμένα καλώδια του πρώην συστήματος.

Σε πολλές ηλεκτρικές κολόνες οι σπασμένοι μονωτήρες αντικαταστούνται από κομμάτι πλαστικής σωλήνας...

Οι λογαριασμοί φτάνουν διογκωμένοι σε νομοταγείς καταναλωτές, που τους πληρώνουν χωρίς δεύτερη κουβέντα. Χωρίς καμιά αντίρρηση...
   
Οι εκλεκτοί του χώρου μας, αγναντεύουν από μακριά την άθλια κατάσταση. Μένουν απλοί παρατηρητές του ζητήματος…

Δεν κουνάν πέτρα από τον τόπο.

Το δημότη τον θεωρούν πολίτη άλλου πλανήτη…

Κλείνω το σκεπτικό μου μ’ ένα λακωνικό σχόλιο της Τατιάνας Νίκα, που είναι συνάμα και κραυγή διαμαρτυρίας:

«Το νερό νεράκι και το φως κεράκι τα λένε στην περιοχή μας. Μόνο στον «Άγιο Λάζαρο» έχει φως και νερό άφθονο. Ενώ σε μας, οι μισοί τσακώνονται με τους άλλους μισούς, για έναν κουβά νερό.

Καιρός να γίνει κάτι…!»


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ

05/06/2014

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...