Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΕΝΩ ΤΟΥ ΑΞΙΖΕΙ ΠΡΟΤΟΜΗ

(Στο νεκροταφείο της Δερβιτσάνης ποδοπατούμε  Εθνομάρτυρα για να πάμε ν' ανάψουμε κερί σε δικό μας νεκρό.) 

Σε άλλο κείμενο, προ καιρού, ασχολήθηκα ξανά με το ίδιο πρόσωπο, με το ίδιο ζήτημα. 

Με τον Εθνομάρτυρα, Βασίλη Σαχίνη, που κανείς δεν ξέρει ακριβώς πού αναπαύεται η ψυχή του. 

Έγραψα για να ξυπνήσω συνειδήσεις. Μήπως πάρει κάποιος φορέας μας το ζήτημα στα χέρια του και δρομολογήσει λύσεις.

Ως προϊστάμενος δημοσίων σχέσεων στην Επαρχία Κάτω Δρόπολης πίεσα αρκετές φορές ασφυκτικά τον τότε πολιτικά κοντόφθαλμο έπαρχο, Παντελή Τόλη, για να φτιάξει με λεφτά της επαρχίας το μνήμα του Σαχίνη.

Η ανταπόκρισή του ήταν η σιωπή τάφου. 

Δεν δραματοποιώ το γεγονός. Δεν μυθοποιώ, ούτε υπερβάλλω. Απλά διατυπώνω μιαν αλήθεια. 


Τη λυπηρή πραγματικότητα. 

Πατάμε τον Εθνομάρτυρα, - έγραψα τότε - κι ανάβουμε κερί σε άνθρωπό μας. Ορισμένοι πρόκειται, δικαίωμά τους είναι, να τον αποκαλούν το Σαχίνη και σαράφη. 

Του πολυδιάστατου ανθρώπου, που αγωνίστηκε σκληρά για τα ελληνικά γράμματα, του Πρόεδρου της ΜΑΒΗ, που θυσίασε ακόμα και τη ζωή του για υψηλά ιδανικά 
- ενώ του αξίζει προτομή - δεν του φτιάξαμε ακόμα ούτε το μνήμα.

Ο σημερινός Δήμαρχος, Αχιλλέας Ντέτσικας, μαζί με το Δημοτικό Συμβούλιο, θέλω να πιστεύω, ότι θα σεβαστούν την πρόταση του κοινού.

Θα ψάξουν με συγγενικό πρόσωπο, που γνωρίζει καλά το σημείο ταφής των οστών του Σαχίνη - μετά την ανακαίνιση του νεκροταφείου της Δερβιτσιάνης (τότε τα οστά του δεν τα πέταξαν στο λάκκο, όπως λένε ορισμένοι, τα διατήρησαν όπως και των άλλων νεκρών) και θα σηκώσουν επιτόπου αξιοπρεπέστατο μνημείο, όχι ένα απλό.

Όπως αρμόζει σ' Εθνομάρτυρα.



Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
19/05/2014

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...