Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

ΠΟΥΛΩΝΤΑΣ ΤΟ ΧΩΡΑΦΙ ΣΕ ΑΛΛΟΕΘΝΗ, ΠΟΥΛΑΣ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΣΟΥ…

(…Συμπατριώτη μου! Παρόλο που θα προσπαθήσω ν’ αγγίξω μαλακά ανοιγμένη πληγή, πάλι θα ερεθιστεί και θα πονέσεις).

Έχω υπόψη το ρητό: «Όποιος πουλάει χάνει, όποιος αγοράζει κερδίζει». Αυτό για απλές πράξεις αγοροπωλησίας.

Για το συμφέρον σου.

Για το κοινό συμφέρον, είναι εντελώς διαφορετικά τα πράγματα.

Όταν είσαι Μειονοτικός και πουλάς γη - χωράφι σε αλλοεθνή, τότε πουλάς πολλαπλά.

Πρόσεχε, συμπατριώτη μου! Μετρήσου καλά! Πουλάς ένα κομμάτι της Πατρίδας σου. Την ίδια την Πατρίδα σου.

Παραβιάζεις από μόνος σου ιερούς κανόνες. Τη Σύμβαση - Πλαίσιο. Που σου παρέχει προστασία. Σου κατοχυρώνει δικαιώματα σαν Εθνική Μειονότητα.

Στο Γεωργουτσάτι, - λένε - παλιά πούλησε κάποιος το χωράφι του σε αλλοεθνή. - Τότε που δεν πουλούσε κανείς γη. Παρ’ όλη τη φτώχεια, ως το γόνατο, μόνο αγόραζε -. Το χωριό τον αποκήρυξε. Τον σημάδεψε.

Συνοδεύει το στίγμα αυτό στη ζωή τις γενιές με τη σειρά.

Δεν φεύγει με τίποτα.

Σήμερα έγινε πια της μόδας. Με άνεση ορισμένοι πουλάν οικόπεδο, σπίτι, επιχείρηση, χωράφι…, σε αλλοεθνή. Κι ο γείτονας, ο συγχωριανός, ο συμπατριώτης, ακόμα και η Επαρχία, η Εθνική μας Οργάνωση, το Εθνικό Κέντρο που λέγεται Ελλάδα, αμελούν.

Αδιαφορούν.

Σαν να ‘ναι ασήμαντο το γεγονός. Περνάει απαρατήρητο.

Μάλιστα ορισμένοι έπαρχοί μας - εκλεκτά πρόσωπα - πούλησαν σε αλλοεθνείς οικόπεδα. Και το περίεργο;! Προωθούνται πάλι από τους πολιτικούς μας φορείς. Κι από τον κόσμο μας πάλι ψηφίζονται.

Στην Ξάνθη και Κομοτηνή, συμβαίνει το αντίθετο. Εκεί αγοράζουν, δεν πουλούν. Η μάνα τους, με τον τρόπο της, τους μουσουλμάνους τους βοηθάει…

Τους προσφέρει χείρα βοήθειας.

Αντί να μιμηθούν το καλό παράδειγμα του Γιώργου Λίτη και Χρήστου Τσέκα στη Δερβιτσάνη, που γέμισαν τα χωράφια τους με ροδιές, του Νίκου Νίκα στη Λιούγκαρη, που επεκτείνει συνέχεια τον τεράστιο αμπελώνα, του Σωτήρη Ράφτη στο Ζερβάτι, που καλλιεργεί λογής - λογιών γεωργικά φυτά…, ζηλεύουν νοσηρά  και ακολουθούν την καταστροφική πρακτική δικών μας ανθρώπων, που πουλάν ό,τι δεν πουλιέται, ούτε με το χρυσάφι όλου του κόσμου, σε χώρο μιας Μειονότητας.

Την πολύτιμη γη. Σε στιγμή που πρέπει να προσέχει κανείς παρά πολύ ακόμα και την ενοικίαση…

Συρρικνώνοντας έτσι την μικρή μας Πατρίδα. Στενεύοντας το σύνορο. Ό,τι χειρότερο φαντάζεσαι.

Οι μεσίτες καταστροφείς - δικοί μας και ξένοι - γυροφέρνουν στην πιάτσα του παζαρέματος. Δίνουν και παίρνουν. Με ιδιώτες και με επί τούτου συγκροτημένη ανώνυμη εταιρία στην Πρωτεύουσα, για εκμετάλλευση της γης. Με το βλέμμα αποκλειστικά στραμμένο στα χωράφια μας. Με τιμές που προκαλούν, που ξεμυαλίζουν, που τρελαίνουν…

Βγάζουν ορισμένοι, έτσι στο σφυρί, τον τόπο μας. Μαζί με τα οστά των προγόνων μας. Έναντι παχουλής αμοιβής.

Η Πατρίδα δεν παζαρεύεται.

Βάλτε το καλά στο νου!


Γιώργος ΜΥΤΙΛΗΣ
17/04/2014


(Η φωτογραφία είναι από το προσωπικό μου αρχείο)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

«ΟΜΟΡΦΟΣ ΝΕΚΡΟΣ»

(Κοινωνικό θέμα) Φέρνω στο νου μου δύο συγκινητικές στιγμές, που σχετίζονται με το μοιραίο. Με το θάνατο. Τη μία την αποτύπωσα σε συζήτηση με τον οφθαλμίατρο, Χρηστάκη Τζούμπη. Λέει ο φίλος μου: «Δε φοβάμαι το θάνατο, αλλά τον τάφο. Το παράχωμα. Το χώμα που ρίχνει πάνω στο νεκρό ο νεκροθάφτης. Απ’ αυτό πανικοβάλομε. Κι η μάνα μου δεν φοβόταν το θάνατο. Εσένα, αγόρι μου, πονώ, μου έλεγε πριν φύγει. Σε σκέφτομαι στεναχωρημένο με το δάκρυ στο μάτι, να κάθεσαι πάνω από το στολισμένο φέρετρό μου στη μέση του οντά και θλίβομαι». Ο Χρηστάκης καταλήγει:  «Ακόμα και στα τελευταία της, η καλή μου μάνα, είχε όμορφη ψυχή!»      Η δεύτερη στιγμή: Μου έχει συμβεί να ακούω, συνήθως γυναίκες, βγαίνοντας από παρηγοριά, από οικογένεια που έχασε αγαπημένο πρόσωπο, ανάμεσα στα διάφορα, να λένε: «Όμορφος νεκρός. Σαν να κοιμόταν. Σαν να ήταν ζωντανός. Έτοιμος να σου μιλήσει … !». Σε μέρα βαθιού πόνου, πένθους γίνεται η συζήτηση. ...

«ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ, ΡΕ ΠΑΛΙΟ ΨΩΜΙ…!»

(… Έτσι φωνάζουμε ο ένας τον άλλο, όταν βρισκόμαστε με το φίλο μου, τον τυπογράφο). Όταν το ‘83, νέος δημοσιογράφος, επισκέφτηκα το Βουλιαράτι, στο καφενείο μού απεύθυναν το ερώτημα:  - Μήπως δουλεύεις μαζί με τον Κώστα Λάγιο στο τυπογραφείο; (Ορισμένοι, ακόμα και σήμερα, το δημοσιογράφο τον μπερδεύουν με τον τυπογράφο).   Σήκωσα τις πλάτες… - Όχι, δεν τον γνωρίζω - τους απάντησα. Ως τότε, δεν ήξερα καν όλο το προσωπικό του «Λαϊκού Βήματος», όχι και τυπογράφο… Με τους τυπογράφους ήρθα σ’ επαφή αργότερα, όταν το ‘φερε η δουλειά. Να ελέγχω την εφημερίδα της σειράς, από τη στοιχειοθέτηση και μέχρι την εκτύπωση. Συνήθως καθόμουν πάνω από το κεφάλι του Κώστα και κοιτούσα μ’ απορία την κουραστική εργασία του. Πώς έπαιρνε, ένα - ένα τα γράμματα απ’ τα κουτάκια της κάσσας και τ’ αράδιαζε με περίσσια υπομονή και αγάπη στο συνθετήριο. Κι «έγραφε», καλαίσθητα, τους τίτλους των κειμένων… Ήταν αστείος απ’ την κούνια, πειραχτήρι με ανοιχτό μυα...

ΤΟ ΖΟΥΛΑΠΙ

Πρώτα, να ξεδιαλύνουμε την απορία. Να μάθουμε πώς μπήκε ουρά, πίσω από το ονοματεπώνυμο, Κώστας Φράγκος, το «ζουλάπι».   Το ξεκίνησε ο πατέρας του, ο Πέτρος, σαν χαϊδολόγημα. Όταν ο Κώστας ήταν τόσος δα μικρούλης. Έφτασε μετά στην παρέα του , που το χειρίστηκε σαν παρατσούκλι. Αντί να το αισθανθεί σαν προσβολή, του έκατσε ωραία του Κώστα το παρατσούκλι. Όταν άνοιξε λογαριασμό στο facebook, αυτοσυστήθηκε με το περίφημο «ζουλάπι».   Κάποια στιγμή, μετά από χρόνια, ο Κώστας αποφάσισε να εμφανιστεί. Να μην μείνει στην αφάνεια. Δήλωσε το πραγματικό του όνομα. Αλλά, από αδυναμία για το παρατσούκλι, κράτησε και το «ζουλάπι».   Συχνά - πυκνά, στην τάξη, τον μικρό Κώστα, τον αποκαλούσαν Αλβανό. Μου ομολογεί την πρώτη περίπτωση, που τον πρόσβαλαν άσχημα και του έκατσε καρφί: «Μπήκε η δασκάλα στην τάξη και ζήτησε να σηκώσουν το χέρι τα αλλοδαπά παιδιά. Το σήκωσαν κάτι Πολωνάκια, κάτι Αλβανάκια... Εγώ δεν το σήκωσα. Ρίχνει μια ματιά η δασκάλα στον κατάλογο ...